Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΕΩΣ-Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου



Ομιλίες Ιωάννου του Χρυσοστόμου - 1335 μ.Χ. - Mονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος


ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΕΩΣ

Μαθήτρια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὁ ὁποῖος τῆς ἔστειλε 11 ἐπιστολές ἀπό τό τόπο τῆς ἐξορίας του. Στήν 10η ἐπιστολή τῆς γράφει: 
«Πράγματι, ἡ κατάθλιψη εἶναι φοβερό βασανιστήριο τῶν ψυχῶν, εἶναι ἕνας πόνος ἀνέκφραστος καί ποινή πικρότερη ἀπό κάθε ἄλλη ποινή καί τιμωρία. Γιατί μιμεῖται τό σκουλήκι, πού ἔχει δηλητήριο καί προσβάλλει ὄχι μόνον τό σῶμα, ἀλλά καί τήν ἴδια τήν ψυχή. 
Είναι σαράκι πού κατατρώγει ὄχι μόνον τά κόκκαλα, ἀλλά καί τη σκέψη εἶναι ένας δήμιος καθημερινός πού δέν ξεσχίζει μόνον τά πλευρά, ἀλλά καταστρέφει καί τη δύναμη τῆς ψυχῆς· εἶναι καί νύχτα παντοτινή, σκοτάδι χωρίς τό παρα-μικρό φῶς, τρικυμία καί ζάλη, πυρετός κρυφός, πού καίει περισσότερο ἀπό κάθε φλόγα, πόλεμος χωρίς ἀνακωχή, ἀρρώστια πού κάνει σκοτεινά πολλά ἀπό αὐτά πού βλέπουμε. 
Γιατί ὁ ἴδιος ὁ ἥλιος καί ὁ καθαρός ἀέρας φαίνεται ὅτι ἐνοχλοῦν ἐκείνους πού ἔχουν αὐτή τη διάθεση καί μεταβάλλει τό μεσημέρι σέ μεσάνυκτα.
Γι’ αὐτό καί ὁ θαυμάσιος προφήτης δηλώνοντας αὐτό ἔλεγε· «ὁ ἥλιος θά δύσει γι’ αὐτούς τό μεσημέρι» (Ἀμώς 8,9),ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ ἥλιος ἐξαφανίζεται οὔτε ὅτι διακόπτει τόν συνηθισμένο δρόμο του, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ λυπημένος ἄνθρωπος τό καταμεσήμερο φαντάζεται ὅτι εἶναι νύχτα. 
Ἡ σκοτεινή νύχτα δέν εἶναι τέτοια, ὅπως εἶναι ἡ νύχτα τῆς ἀθυμίας, ἡ ὁποία δέν προέρχεται ἀπό φυσικό νόμο, ἀλλά ἀπό σκοτισμό τῆς διάνοιας. Γι’ αὐτό καί εἶναι φοβερή καί ἀφόρητη, ἔχει πρόσωπο ἄσπλαχνο, εἶναι σκληρότερη ἀπό κάθε τύραννο, δέν ὑποχωρεῖ γρήγορα σε κανένα ἀπό ἐκείνους πού προσπαθοῦν νά τήν διαλύσουν, ἀλλά κρατεῖ πολλές φορές τήν ψυχή πού ἔχει κυριεύσει στερεώτερα ἀπό διαμάντι, ὅταν αὐτή δέν ἀκολουθεῖ τήν κατά Θεόν φιλοσοφία. 
Σήκω ἐπάνω καί ἅπλωσε τό χέρι σου στο λόγο μου καί πρόσφερέ μου αὐτήν τήν καλή συμμαχία, γιά νά σε ἀπαλλάξω τελείως ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶν πικρῶν σκέψεων.
Γνωρίζοντας αὐτά τά πράγματα, εὐσεβεστάτη κυρία μου, νά κοπιάζεις καί νά ἀγωνίζεσαι καί νά βιάζεις τόν ἑαυτό σου, ἔχοντας τή συμμαχία τῶν λόγων μου, ὥστε νά διώχνεις καί νά ἀπομακρύνεις μέ πολλή ὁρμή τίς ἀπαισιόδοξες σκέψεις πού σέ ταράσσουν καί σοῦ προκα-λοῦν θόρυβο καί ζάλη» (Ε.Π.Ε. τόμ. 37, 452).
 
Πηγή: http://proskynitis.blogspot.gr/

Ορθόδοξη Εκκλησία και Φυσικό Περιβάλλον


Του Ιωάννη Γ. Ζαχαράκη, Μ.Δ.Ε. Θεολογίας
Το φυσικό περιβάλλον ή οικοσύστημα μέσα στο οποίο ζει και κινείται ο άνθρωπος και όλες οι ζωντανές υπάρξεις του πλανήτη μας, περνάει ως γνωστόν τις τελευταίες μεταπολεμικές δεκαετίες μια πρωτοφανή κρίση.  Πώς, όμως, αντιλαμβάνεται την οικολογική κρίση η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία; Ποιους θεωρεί (συν)υπεύθυνους για την κακομεταχείριση και την καταδυνάστευση της κτίσης; Ποιος είναι ο θεολογικός της λόγος έναντι της υλικής δημιουργίας και ιδιαίτερα έναντι του φυσικού περιβάλλοντος; Πρόκειται για μερικά από τα καίρια ερωτήματα, τα οποία θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε, επιδιώκοντας κυρίως να καταθέσουμε μια άλλη μαρτυρία, μια χριστιανική μαρτυρία και πρόταση. Και αυτό γιατί ακόμα και εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ενώ  δικαιολογημένα, πολλές φορές, καυχιόμαστε ότι νοιαζόμαστε για τη σωτηρία του περιβάλλοντος, ωστόσο στην πράξη αγνοούμε ή αδιαφορούμε για τις συνέπειες των λανθασμένων επιλογών μας. Το «κλάμα», όμως, της κτίσης είναι τόσο εκκωφαντικό, ώστε ο κάθε άνθρωπος και ιδιαίτερα ο χριστιανός, να μην μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν τον «ξυπνάει», όπου και αν κατοικεί, ακόμα και στις πιο απόμερες γωνιές της γης...
Θα ξεκινήσουμε, λοιπόν, αυτή τη χαρτογράφηση του οικολογικού προβλήματος, προσεγγίζοντας, αρχικά, τη βιβλική σχέση, υπό το φως της ορθόδοξης θεολογίας, ανάμεσα στο τρίπτυχο Θεός - άνθρωπος - κόσμος. Ο Θεός, σύμφωνα με τη βιβλική διήγηση περί δημιουργίας, δημιουργεί τον κόσμο και τον άνθρωπο από ελευθερία και αγάπη. Η εξελικτική πορεία, η οποία ακολουθείται κατά τη δημιουργία, δηλαδή από τα απλούστερα στα συνθετότερα και από τα ατελέστερα στα τελειότερα, αποκαλύπτει έναν κόσμο, ο οποίος κατασκευάσθηκε με σοφία, σχέδιο και σκοπιμότητα: «καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν. 1,31).   
Ο άνθρωπος, όμως, εκτός από την κατά τεκμήριο τελειότητα, την οποία φέρει ως «κατ΄ εἰκόνα» Θεού προσωπική δημιουργία, έχει και στενή σχέση με τον υλικό κόσμο, αφού και οι δύο έχουν ως δομικό στοιχείο την ύλη. Επιπλέον, ο άνθρωπος φαίνεται ότι στην πρωταρχική κατάστασή του, δηλαδή στον Παράδεισο, ήταν «ομοτράπεζος των ζώων» και μοιράζονταν την ίδια τροφή, δηλαδή τα χόρτα και τα φυτά, με το ζωικό βασίλειο: «καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν» (Γεν. 1,29). Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ξεκάθαρα ότι στην πρωταρχική κατάσταση ούτε ο άνθρωπος βρισκόταν σε διάσταση και εχθρότητα με τα ζώα ούτε τα ζώα επιβουλεύονταν τον άνθρωπο, τα οποία, όπως και ο άνθρωπος, ήταν χορτοφάγα.
Ωστόσο, ο άνθρωπος προικίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της δημιουργικότητας, του λόγου, της ελευθερίας και τη μεγάλη δωρεά να εξουσιάζει στο διηνεκές ολόκληρη την κτιστή δημιουργία: «καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς» (Γεν. 1,26-28). Η εντολή, όμως, την οποία λαμβάνει ο άνθρωπος είναι να διοικήσει τον κόσμο, «όχι με οποιοδήποτε τρόπο, αλλά με τον ίδιο τρόπο -και για λογαριασμό- του Θεού» (Αγόρας Κ.). Πρόκειται για μια εξουσία, η οποία είναι στην ουσία ένα είδος διακονίας, κατά το πρότυπο του Ιησού Χριστού, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος καλείται έμπρακτα να εκδηλώσει αισθήματα συμπάθειας, αγάπης και αυτοθυσίας για την κτίση. Ο άνθρωπος παρεμβάλλεται ανάμεσα στον Τριαδικό Θεό και στην υλική δημιουργία και αυτό τον κάνει συνυπεύθυνο όχι μόνο για τη δική του πτώση, αλλά και για την πτωτική πορεία ολόκληρης της κτίσης.
Παρατηρούμε, όμως, τη διαφορετική αντίληψη, η οποία υπάρχει στον άνθρωπο πριν και μετά την πτώση, δηλαδή την προσωπική και υπαρκτική αλλοτρίωσή του, η οποία εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους, όπως:
v    Το γεγονός ότι ο άνθρωπος καθιστά τον εαυτό του έσχατο κέντρο αναφοράς της δημιουργίας, από μεθόριο, γεφυροποιό, τον οποίο ο Θεός είχε (εγ)καταστήσει.
v    Τη διατάραξη των αρμονικών σχέσεων με τη φύση. Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, κάνει λόγο για ηθελημένη άρνηση της φύσης να υποταγεί στον παραβάτη άνθρωπο.
v    Τη μετατροπή της αρχικής σχέσης διαλόγου και επικοινωνίας μεταξύ Θεού - ανθρώπου - κτίσης σε μονόλογο, σύγκρουση και τελικά θάνατο.
Η απαλλαγή, έτσι, από τις συνέπειες της πτώσης, δηλαδή τη φθορά και το θάνατο, δεν είναι κατορθωτή παρά μόνο μέσα από την ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού. Ο άνθρωπος, άλλωστε, όπως προαναγγέλθηκε από τους Προφήτες, τους Κριτές και τους Δικαίους στην Παλαιά Διαθήκη, ανέμενε, όπως και η κτίση, τη σωτηρία από τη φθορά και το θάνατο στο πρόσωπο του Μεσσία. Ο Θεός Πατέρας αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να αποστείλει τον Θεό Υιό του, τον Ιησού Χριστό στον κόσμο και Εκείνος γίνεται ένας από εμάς, για να καταστεί δυνατή η σωτηρία του ανθρώπου και η ανακαίνιση της κτίσης. Μ΄ αυτόν τον τρόπο ο Τριαδικός Θεός επιβεβαιώνει ότι η δημιουργία Του ποτέ δεν έπαψε να είναι «καλή λίαν» και συγχρόνως ότι ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε στις δικές της έμφυτες δυνάμεις. Η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία μέσα από την ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού (δια)βλέπει  την αποκατάσταση των αρμονικών σχέσεων μεταξύ ανθρώπου και κτίσης με τον Τριαδικό Θεό και συγχρόνως τη δυνατότητα του ανθρώπου να ξαναβρεί τον αρχικό του προσανατολισμό σε σχέση με την υλική δημιουργία και ειδικότερα με το φυσικό περιβάλλον.
Ο «καινούριος» εν Χριστώ άνθρωπος δεν καταδυναστεύει πλέον τη φύση, αλλά προσφέρεται με αγάπη, θυσία και ανιδιοτέλεια, για να τη διακονήσει. Δεν αρνείται το ρόλο του ως συνδημιουργός του Θεού, τον οποίο διέκοψε η κατάσταση της πτώσης. Με την ενανθρώπηση, το τρίπτυχο των σχέσεων Θεός – άνθρωπος – κόσμος αποκαθίσταται. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο χριστιανός εκδηλώνει σεβασμό προς την ύλη και τον υλικό κόσμο, αφού ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός έγινε ύλη, χωρίς όμως να τη θεοποιεί ή να την ειδωλοποιεί. Επιπλέον, η «έξοδος» του Ιησού Χριστού από τον κόσμο δε συνοδεύεται από εγκατάλειψη του κόσμου, αλλά από την παρουσία της Εκκλησίας, δηλαδή τη σύναξη του λαού του Θεού αλλά και όλου του σύμπαντος κόσμου «επί το αυτό». Ο Ιησούς Χριστός προσφέρεται από αγάπη στα δημιουργήματά του μέσω της Θείας Ευχαριστίας και τα δημιουργήματα καλούνται να ανταποκριθούν σ’ αυτή την πρόσκληση με πραγματική αγάπη, διότι η αγάπη είναι η αληθινή τροφή για τους ανθρώπους. «Κάτω απ΄ αυτή την προοπτική η Εκκλησία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κτίση, που ξαναβρίσκει την ενότητά της και χριστοποιείται» (Κεσελόπουλος Α.).
Το όραμα, ωστόσο, της καθολικής «χριστοποίησης» της κτίσης, το οποίο εγκαινιάζει η ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού, φαίνεται να υποσκάπτεται από τη σταδιακή αλλαγή πορείας του ανθρώπου έναντι αυτής. Οι ρίζες, φυσικά, της σύγχρονης οικολογικής κρίσης, συνδέονται αναπότρεπτα με τη Χριστιανική Παράδοση του δυτικού πολιτισμού. Η βαθιά, όμως, ανθρωπολογική κρίση και ο βιασμός του φυσικού περιβάλλοντος πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια των νεωτερικών και μετανεωτερικών χρόνων. Σ΄ αυτό συνέβαλε, κατά γενική ομολογία, ο πολιτισμός της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, οι οποίοι αντιμετώπισαν την κτίση, όχι ως δημιουργία του άκτιστου και υπερβατικού Θεού, αλλά ως χώρο άσκησης της εξουσίας και της κυριαρχίας του ανθρώπου. «Έτσι, «οτιδήποτε (…) δεν συμφωνούσε με τον ορθό λόγο, δηλαδή την τετράγωνη λογική και τα μαθηματικά, ήταν για τον άνθρωπο της Αναγεννήσεως απορριπτέο, ενώ ταυτόχρονα υιοθετήθηκε ο ωφελιμισμός, η χρησιμοθηρία και η επιβολή στη σχέση με τη φύση και το περιβάλλον» (Κεσελόπουλος Α.).
Η οικολογική κρίση φθάνει στην αποκορύφωσή της κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής και τεχνολογικής επανάστασης, αλλά και των σύγχρονων επιτευγμάτων της βιοτεχνολογίας. Σήμερα ζούμε στην εποχή του Homo Scientificus (=ο άνθρωπος επιστήμονας), όπου το ήθος εκφυλίζεται στην προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει με τις δικές του ατομικές -αποσπασματικές- δυνάμεις, αποκομμένος και αποστασιοποιημένος από τη χάρη και τις δωρεές του Τριαδικού Θεού. Η κρίση, μάλιστα, στις σχέσεις του με το φυσικό περιβάλλον, εκτός από την υπαρξιακή του γύμνια, «αποκαλύπτει και ένα είδος εμμονής και επιθυμίας ολοκλήρωσης των συνεπειών του προπατορικού αμαρτήματος στις ακρότατες κοσμικές διαστάσεις του» (Γιαγκάζογλου Στ.). Οι άνθρωποι δείχνουν σαν να μην επιθυμούν, ιδιαίτερα, την ύπαρξη, καθώς και την παρουσία των ενεργειών του Τριαδικού Θεού στη ζωή τους. Επιχειρούν να πορευτούν και λίγο μόνοι τους· ελπίζουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν και χωρίς το Θεό. Οι συνέπειες, ωστόσο, από μια τέτοια απόφαση μπορεί να είναι οδυνηρές. Και αυτό, γιατί η αποστασία του ανθρώπου από το Θεό προκαλεί την «οργή» Του, όπως και στον κατακλυσμό, η οποία, όπως σε κάθε έκφραση ανταρσίας του ανθρώπου, εκδηλώνεται με ποικίλους, αλλά όχι εκδικητικούς, τρόπους.
Οι μεμονωμένες ενέργειες μικρών οργανωμένων ομάδων για τον περιορισμό της οικολογικής κρίσης, φαίνεται να μην έχουν το ανάλογο αντίκρισμα -και αναφερόμαστε στις ποικίλες οικολογικές πρωτοβουλίες και δράσεις. Και αυτό, γιατί τα σύγχρονα οικολογικά κινήματα στην προσπάθειά τους να ευαισθητοποιήσουν, όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες, αλλά και κυβερνήσεις εθνικών κρατών, κάνουν λόγο για την ανάγκη προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος από τον άνθρωπο για λόγους κυρίως πρακτικής χρησιμότητας. Το φυσικό περιβάλλον οφείλει να προστατευθεί, όχι γιατί είναι δημιουργία του Τριαδικού Θεού, η οποία συνδέεται αναπόσπαστα με την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά γιατί είναι αναγκαίο για την επιβίωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ορθολογιστική και ωφελιμιστική αυτή αντίληψη είναι εκείνη όμως, η οποία οδήγησε τον άνθρωπο στο να εκμεταλλεύεται περισσότερο από όσο έπρεπε τους φυσικούς πόρους, να δημιουργεί μεγαλύτερες ανάγκες στην καθημερινή ζωή του, να αναγνωρίζει στην επιστημονική έρευνα απαραβίαστη αυταξία και ιερότητα, αφού αυτή συντελούσε στην πρόοδο και στην ευημερία του.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία και Θεολογία απέναντι στο οξύτατο περιβαλλοντικό πρόβλημα δεν μένει ασυγκίνητη και αδιάφορη. Ήδη, από το 1989, με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου, ημέρα έναρξης του εκκλησιαστικού έτους, ως ημέρα προσευχών και δεήσεων από τον άνθρωπο προς το Θεό. Και αυτό για να μας προστατεύει, όχι από τα διάφορα φυσικά και απρόβλεπτα φαινόμενα, αλλά για να μας αποτρέπει από τις καταστροφές, τις οποίες ο ίδιος ο άνθρωπος προξενεί στο φυσικό περιβάλλον του. Συχνές είναι, επίσης, οι οικολογικές πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος δεν παραλείπει να επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία, ότι δεν είναι πλέον πολυτέλεια ούτε οικολογικός ακτιβισμός η αγάπη μας προς το φυσικό περίγυρό μας. Η αντίληψη όμως, η οποία κυριάρχησε στον πολιτισμό των νεωτερικών και μετανεωτερικών χρόνων, ότι ο κόσμος είναι ένα τυχαίο επεισόδιο της ύλης, δεν μπορεί να εμπνεύσει και να ενεργοποιήσει δραστικά και θυσιαστικά το σύγχρονο εκκοσμικευμένο άνθρωπο προς την κατεύθυνση της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Επιπλέον, η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία θεωρεί, ότι η έλλειψη εσχατολογικής -τελικής- προοπτικής για το φυσικό περιβάλλον από το σύγχρονο άνθρωπο, αποθαρρύνει σωστικές παρεμβάσεις υπέρ της μέριμνας και της προστασίας του.
Το οικολογικό πρόβλημα, όπως και κάθε άλλο πρόβλημα του ανθρώπου, οφείλει να αντιμετωπιστεί στη ρίζα του, η οποία δεν είναι άλλη από το γενικευμένο εγωισμό του, τα συμφέροντα και την αμαρτία. Άλλωστε, το οικολογικό κακό δεν είναι λιγότερο κακό από οποιοδήποτε άλλο ανθρωπολογικό ή κοινωνικό κακό  εμφανίζεται μέσα στη ζωή των ανθρώπων, όπως επισημαίνει ο π. Ι. Ζηζιούλας. Ο άνθρωπος οφείλει να αντικρίσει τον κόσμο ως δώρο του Θεού προς αυτόν, για να κατορθώσει έτσι να τον προστατεύσει και συγχρόνως να τον επιστρέψει ευχαριστιακά και δοξολογικά προς Αυτόν. Και αυτό γιατί, όπως αναφέρει ο π. Δ. Στανιλοάε, «ο κόσμος αυτός είναι δρόμος δεν είναι το τέρμα του δρόμου». Ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης κάνει λόγο μάλιστα για ένα νέο ευχαριστιακό, λειτουργικό και ασκητικό ήθος από τη μεριά του ανθρώπου έναντι του φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο οφείλει να απορρέει από την ορθή και αρμονική σχέση μεταξύ Θεού - ανθρώπου - κόσμου.
Το ερώτημα, το οποίο τίθεται είναι, αν πρόκειται τελικά, για έναν άλλο τρόπο προσέγγισης της υλικής δημιουργίας, ο οποίος βρίσκεται στον αντίποδα του σύγχρονου καταναλωτικού και ευδαιμονιστικού δυτικού τρόπου ζωής ή για μια ουτοπική θεωρητική ενασχόληση, αποκομμένη από τη λειτουργική, τη μυστηριακή και την ασκητική ζωή της ορθόδοξης χριστιανικής Ανατολής. Η απάντηση είναι ότι ασφαλώς και ισχύει το πρώτο. Ο «πιστός» άνθρωπος (υπο)κινούμενος από ελευθερία και αγάπη αναλαμβάνει να προσαγάγει την υλική δημιουργία στο Θεό, ώστε να την καταστήσει και πάλι τόπο «δεσποτείας», τόπο παρουσίας του Τριαδικού Θεού. «Τα σά ἐκ τῶν σῶν σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα» (Θεία Λειτουργία Ι. Χρυσοστόμου). Επιπλέον, η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία, επιδιώκοντας το διάλογο και την επικοινωνία με το χώρο των φυσικών επιστημών, επιθυμεί να συμβάλει στην κοινή και αγωνιώδη προσπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου για τη θεραπεία των πληγών της κτίσης. Και αυτό, γιατί η επίλυση των προβλημάτων της μόλυνσης και σε αρκετές περιπτώσεις της καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος απαιτεί καθολική εγρήγορση, συμμετοχή και δράση.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ωστόσο, θεωρεί ότι η ριζική αντιμετώπιση της σύγχρονης οικολογικής κρίσης δεν μπορεί να προέλθει παρά μόνο μέσα από την καλλιέργεια και την υιοθέτηση ενός ευχαριστιακού οικολογικού ήθους. Η κτίση για την Ορθόδοξη Παράδοση παραμένει πάντα η ελεύθερη και χαριστική δημιουργία του άκτιστου και υπερβατικού Θεού, την οποία ο άνθρωπος προ(σ)καλείται ελεύθερα να αναφέρει ευχαριστιακά και δοξολογικά στον Τριαδικό Θεό, για να μην επιστρέψει ξανά στην απόλυτη ανυπαρξία και στο θάνατο. Η Ορθόδοξη Ανατολή μέσα από το λειτουργικό και τον ασκητικό τρόπο ζωής της διασφαλίζει αυτόν τον ευχαριστιακό χαρακτήρα της και παράλληλα διατρανώνει την καθολική οικολογική συνείδησή της. Η πιο μεγάλη μάλιστα επιβεβαίωση της αξίας του υλικού κόσμου από την Εκκλησία είναι η χρησιμοποίηση στη Θεία Ευχαριστία του άρτου και του οίνου, για να γίνουν το Άγιο Σώμα και το Τίμιο Αίμα του ενανθρωπήσαντος Ιησού Χριστού. Τα αντιπροσωπευτικά αυτά αγαθά της υλικής δημιουργίας γίνονται έτσι, εσαεί ο φυσικός σύνδεσμος και ο χώρος συνάντησης μεταξύ Θεού και ανθρώπου, όπως συνέβη και με την ενανθρώπηση του Ιησού Χριστού.
Αντίστοιχα η μοναχική και ασκητική ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ως γνήσια μορφή διαμαρτυρίας απέναντι στην παράχρηση και στην καταναλωτική μανία των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών, είναι μια θετική και αισιόδοξη πρό(σ)κληση για το σύγχρονο εκκοσμικευμένο άνθρωπο. Η ησυχαστική ζωή της Ορθόδοξης Χριστιανικής Ανατολής δεν αποποιείται την αποστολή και την ευθύνη του ανθρώπου μέσα στον κόσμο, όπως αυτή απορρέει από την ρητή εντολή του Θεού «ἐργάζεσθαι αὐτόν καί φυλάσσειν» προς τον πρώτο άνθρωπο. Αντίθετα, αποκαλύπτει και μαρτυρεί, ότι αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί και από τους υπόλοιπους ανθρώπους στον καθημερινό βίο τους. Ο γέροντας Πορφύριος, ο οποίος έζησε μάλιστα στην εποχή μας, συνήθιζε να λέγει για τις ομορφιές της φύσης, ότι είναι «οι μικρές αγάπες που μας οδηγούν στη μεγάλη Αγάπη, τον Χριστό». Ο γέροντας Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1938) θεωρούσε ότι κάθε κακομεταχείριση προς τα φυτά και τα δέντρα είναι αντίθετη με τη διδαχή της χάρης. Οι «πνευματοφόροι» μοναχοί και οι ασκητές δείχνοντας απέραντο σεβασμό και αγάπη προς όλα τα δημιουργήματα του Θεού, αλλά και αναλαμβάνοντας να διακονήσουν ανιδιοτελώς την υλική δημιουργία, αναδεικνύουν και επιβεβαιώνουν το ασκητικό ήθος της Εκκλησίας, το οποίο τόση ανάγκη έχει ο σύγχρονος άνθρωπος. Η αφθαρτοποίηση και ακεραιοποίηση της κτίσης δεν είναι έτσι σύνθημα ή σλόγκαν για την Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία, αλλά συστατικό στοιχείο της ηθικής της, του ήθους της, της ζωής της.
Μ΄ αυτή την έννοια η ηθική της Ορθόδοξης Παράδοσης δεν ενδιαφέρεται πρωτίστως για τη βελτίωση του ατομικού χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου ή της κοινωνίας, αλλά κατεξοχήν για τη σωτηρία, την ακεραιότητα του όλου ανθρώπου (σώματος και ψυχής), καθώς και ολόκληρης της υλικής δημιουργίας. «Σωτηρία για την Εκκλησία είναι να ζήσει ο άνθρωπος σώος και ακέραιος μέσα στο ακέραιο και σώο σύμπαν», όπως επισημαίνει ο Α. Κεσελόπουλος. Επιπλέον, η Ορθόδοξη θεολογία, δεν αντιλαμβάνεται τον ανθρώπινο πολιτισμό μακριά ή αποκομμένο από το ζωντανό σώμα της Εκκλησίας, το οποίο είναι συγχρόνως και «Σώμα ζώντος Χριστού». Ο κόσμος οφείλει την ύπαρξή του στην Εκκλησία, στον Ιησού Χριστό και συγχρόνως ο κόσμος ως «Σώμα ζώντος Χριστού» προϋποθέτει μέσα του την ίδια την παρουσία του Ιησού Χριστού. «Η αναστημένη ανθρώπινη φύση Του λειτουργεί στη συνέχεια μέσα στην ιστορία, σαν «μαγιά». Γίνεται τροφή και φάρμακο (Θεία Ευχαριστία), για να μπολιάσει και να ανακαινίσει σιγά – σιγά την δημιουργία» (Παπαθανασίου Αθ.). Όπως, μάλιστα, επισημαίνει ο π. Α. Σμέμαν, στο βιβλίο του «Για να ζήσει ο κόσμος», ο άνθρωπος οφείλει, αν θέλει να ζήσει αρμονικά και αγαπητικά σε σχέση με το Θεό, το συνάνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον του, να γίνει «Σώμα ζώντος Χριστού».
Για να επιτευχθεί όμως αυτή η συμπαντική - καθολική μεταμόρφωση, απαιτείται η προσωπική μας αλλαγή, η οποία στη γλώσσα της Εκκλησίας μας ονομάζεται «μετάνοια»· και ασφαλώς όχι η εύκολη μετάθεση της ευθύνης στους άλλους, στην κοινωνία και τελικά στο απρόσωπο σύστημα (Μαντζαρίδης Γ.). Παρόμοια πρόσκληση, για ανάληψη από τον κάθε άνθρωπο της προσωπικής του ευθύνης έναντι του φυσικού περιβάλλοντος, απευθύνει με πολλή παρρησία και ο Νίκος Καζαντζάκης, όταν λέγει: «Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γη. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω». Ο άνθρωπος, λοιπόν, στο μέτρο που εγκαταλείπει τον εγωκεντρικό, τον αυτόνομο και τον κτητικό τρόπο ζωής, καθίσταται (συμ)μέτοχος, (συν)εργάτης και (συν)δημιουργός του καινούριου -αναστάσιμου- πολιτισμού, τον οποίο εγκαινίασε ο Ιησούς Χριστός με την ενανθρώπησή του. 
 
Πηγή: http://antiairetikos.blogspot.gr


Η ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ ΕΝΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΘΕΜΑ

Του Γεωργίου Διαμαντίδη

Πηγή φωτογραφίας http://svouranews.blogspot.com/
Σ’ αυτό το άρθρο μας, θα ασχοληθούμε με την αυτοκτονία και τους τρόπους αντιμετώπισής της.
Δυστυχώς, υπάρχουν άνθρωποι,  στις ημέρες μας που αυτοκτονούν για διάφορους λόγους. Είτε είναι ενήλικοι, είτε ανήλικοι. Δεν  βρίσκουν διέξοδο στο  πρόβλημα τους και έτσι βάζουν  τέλος στη ζωή τους. Τι πραγματικά όμως φταίει, που  βάζουν τέλος στη ζωή τους;  Πάνω από όλα, λοιπόν,  είναι η έλλειψη  πίστεως και η εμπιστοσύνη στο Θεό. Η οικονομική κρίση, τα λεφτά που χάθηκαν στα καζίνα, η ερωτική απογοήτευση, τα παιδιά που δεν πέρασαν στις πανελλήνιες εξετάσεις κ.λ.π., δεν είναι όλα αυτά  δικαιολογίες ενώπιον του Θεού. Η αυτοκτονία είναι μεγάλη αμαρτία. Δεν την  θέλει και ο Θεός! Αυτός που έχει την εξουσία του θανάτου και της ζωής είναι  o Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Διαβάζουμε στην Αποκάλυψη, 1:18. «…και έχω τας κλεις του θανάτου και του άδου».
Βλέπουμε, τα κλειδιά του θανάτου, τα έχει ο Κύριος μας και Θεός μας ο Ιησούς. Ποιος είμαι εγώ και εσύ, ν’ αφαιρούμε από μόνοι την ζωή μας;   Εφόσον, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, έχει τα κλειδιά του θανάτου; Δεν παραβιάζουμε το θέλημα του Θεού όταν αυτοκτονούμε; Και βεβαίως το παραβιάζουμε. Ο  Θεός δεν έπλασε τον άνθρωπο για απώλεια, αλλά εις περιποίηση των εντολών του και ζωής αφθάρτου κληρονομίας. Χρειάζεται στην εποχή μας να έχουμε πίστη και ελπίδα. Να μην χάνουμε  ΠΟΤΕ  το θάρρος μας, ότι κι αν μας  συμβεί.
Ο λόγος του Θεού λέει: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού, ότι  πράος  ειμι  και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών·  ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν» (Ματθ. 11:28).
Ερμηνεία: «Ελάτε σ’ εμέ όλοι σεις, που είσθε κουρασμένοι και φορτωμένοι, και εγώ θα σας δώσω ανάπαυσιν. Σηκώστε επάνω σας τον ζυγόν μου και μάθετε από εμέ, ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδία και θα βρήτε ανάπαυσιν στις ψυχές σας. Ο ζυγός μου είναι απαλός και το φορτίον μου ελαφρόν».
Για να βρούμε, αγαπητέ μου και αγαπητή μου, ανάπαυσιν στην φορτωμένη καθημερινή ζωή, πρέπει να ανατρέξουμε στον γλυκύτατο Ιησού. Διότι χωρίς τον Ιησού Χριστό, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, (Ιωάν. 15:5).  Ο ίδιος ο Ιησούς μας παραγγέλλει: "Αιτείτε, και δοθήσεται υμιν, ζητείτε, και ευρήσετε, κρούετε, και ανοιγήσεται υμιν· πας γαρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται"(Ματθ. 7:7-8. βλέπε και 11:23-24.)
Ερμηνεία: «Ζητάτε και θα σας δοθή, ερευνάτε και θα βρήτε, κτυπάτε και θα σας ανοιχθή η πόρτα. Διότι καθένας που ζητά, λαμβάνει, και καθένας που ερευνά, βρίσκει, και εις εκείνον που κτυπά, θα ανοιχθή η πόρτα».
Τι ωραία τα είπε ο γλυκύτατος Ιησούς!  Εσείς που έχετε τάσεις αυτοκτονίας ή άλλα σοβαρά προβλήματα, πόσες φορές κάνατε καρδιακή προσευχή, με αληθινή  πίστη, στον  Κύριο ημών Ιησού Χριστό; Αυτό το γνωρίζεται μόνο εσείς.  Πίστη είναι, θα λέγαμε απλοϊκά, να εξαρτάσαι από το Θεό. Να παραδέχεσαι ότι μόνος σου είσαι ανεπαρκής, δεν μπορείς να σωθείς. Έχεις απόλυτη ανάγκη να συνδέεσαι άμεσα και αποκλειστικά με τον Ιησού Χριστό, τον Λυτρωτή μας.  
Γνωρίζουμε, Χριστιανέ μου, ότι υποφέρεις  από κάποιες αιτίες,  αλλά μην λυγίσεις και πεις στον εαυτό σου θα αυτοκτονήσω. ΟΧΙ!
Μην το κάνεις αυτό! Δεν είναι αυτή  η λύση. Τρέξε με αγάπη και με πίστη στον γλυκύτατο Ιησού, σ’ αυτόν θα βρεις παρηγοριά και ανάπαυση. Ο Ιησούς για εσένα αν θες είναι: «Η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν. 14:6), είναι ο «Σωτήρας σου» (Ιωάν. 4:42. 10:9. Πράξ. 16:30-31. 2 Τιμ. 2:10). Είναι  «το φως σου», (Ιωάν. 8:12).
Σε αυτό το «φως», αν περπατάς, δεν θα σε  καταλάβει «το σκοτάδι».
«Εκείνος που περπατεί   στο σκοτάδι δεν ξέρει που πηγαίνει» (Ιωάν. 12:35-36).  Για σένα ο Χριστός  «πέθανε» (Ρωμ. 5:8). Για σένα, «ο Θεός από αγάπη, έδωκε  τον Υιόν του  τον μονογενή, δια να μη χαθή όποιος πιστεύει εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 3:16).
Αυτός,  έγινε «αίτιος αιωνίου σωτηρίας» (Εβρ. 5:9).
«Δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου σωτηρία, ούτε υπάρχει άλλο όνομα υπό τον ουρανόν, δοσμένο εις τους ανθρώπους, δια του οποίου πρέπει να σωθούμε» (Πράξ. 4:12). Και αυτό το «όνομα» για να «σωθούμε» είναι ο Ιησούς Χριστός! Ο Απ. Παύλος, μας προτρέπει:
«Και παν ότι αν ποιήτε εν λόγω ή εν έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού, ευχαριστούντες τω Θεώ και πατρί δι’ αυτού» (Κολ. 3:17).  
Ερμηνεία: «Και κάτι που κάνετε με λόγον ή με έργον, όλα να τα κάνετε εις το όνομα του Κυρίου Ιησού, ευχαριστούντες  τον Θεόν και Πατέρα δι’ αυτού». 
Ότι κι αν κάνουμε στη ζωή μας,  αδελφέ μου, αν  τα κάνουμε  στο όνομα του Κυρίου Ιησού,  ποτέ ΔΕΝ θα φτάσουμε στην αυτοκτονία. Άφησε τον εαυτό σου στα χέρια του Κυρίου Ιησού και μην απελπίζεσαι. Η ελπίδα, λένε, ποτέ δεν πεθαίνει!
Σου έρχεται λογισμός αυτοκτονίας;
Φώναξε δυνατά, «Κύριε, σώσον  με!»  (Ματθ. 14:30).
Προσπάθησε λοιπόν να προσευχηθείς να μην υποκύψεις σ’ αυτό το μεγάλο πειρασμό, διότι «…η δε σάρξ ασθενής» (Ματθ. 26:42).  
Τα παιδιά  του Θεού, δεν συμβιβάζονται ΠΟΤΕ με την αυτοκτονία!
Ο αυτόχειρας, είναι αδύνατο να πάει στη βασιλεία του Θεού. (Εκτός αν υπάρχει σοβαρή ψυχική νόσος κ.λ.π.,  εκεί θα απαντήσει ο Θεός και όχι εμείς).
Ίσως μας ερωτήσεις, αδελφέ μου, από τι μας λύτρωσε ο Χριστός; 
Την απάντηση θα μας τη δώσει ο προφήτης και Πρόδρομος του Χριστού Ιωάννης ο Βαπτιστής: «Τη επαύριον βλέπει ο Ιωάννης τον Ιησούν ερχόμενον προς αυτόν και λέγει· ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν. 1:29).
Ναι, αδελφέ μου, από τα δεσμά  και από τη δουλεία της αμαρτίας μας λύτρωσε ο Ιησούς Χριστός! Και να ξέρουμε, δεν υπάρχει για τον άνθρωπο φοβερότερο πράγμα από την αμαρτία. Αμαρτία ΕΙΝΑΙ  η αυτοκτονία!  «Ο Χριστός απέθανε δια τα αμαρτίας μας σύμφωνα με τας  γραφάς» (1 Κορ. 15:3)«… Ο οποίος (Χριστός)  έδωκε τον εαυτόν του για να μας λυτρώση  από κάθε  ανομίαν και καθαρίση  δια τον εαυτόν του ένα λαόν εκλεκτόν, ζηλωτήν καλών έργων» (Τίτ. 2:14).        
Όταν λείπει ο Θεός, αδελφέ  μου, έρχεται και παίρνει την θέση ο διάβολος. Και τότε γίνεται η κατάσταση πολύ δύσκολη. Ο  άνθρωπος, χωρίς φόβο Θεού, κάνει τα πάντα! Μέχρι και  αυτοκτονία!  
Να ξέρεις, Χριστιανέ μου  και κάτι άλλο, σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία κάνει μεγάλο έργο. Ταΐζει χιλιάδες ανθρώπους, ακόμη και από διαφορετικές  εθνικότητες. Κάνει ότι μπορεί το δυνατόν να βοηθήσει τον άνθρωπο, να τον απαλύνει από την δυστυχία.      
Είναι, φυσικά, απαραίτητο να έχουμε έναν έμπειρο πνευματικό ιερέα, όπως έχουμε και τον προσωπικό μας γιατρό.  Ο έμπειρος  πνευματικός θα μας οδηγήσει στην εν Χριστώ  σωτηρία. Προτρέπετε  από την Αγία  Γραφή να έχουμε πνευματικό. Ο Απ. Παύλος, είχε πνευματικό τέκνο, τον Ονήσιμο (Φιλήμ. 10).
Ο καλός πνευματικός,  είναι και  καλός οδηγός, στην πορεία της ζωή μας.  Προσπάθησε, Χριστιανέ μου, να διώξεις από πάνω σου, το λογισμό της αυτοκτονίας, με τους τρόπους που σου  αναφέραμε.
Ναι, αδελφέ μου, ότι ειπώθηκαν μέχρι στιγμής,  τα είπαμε από αγάπη. Και εμείς συμμεριζόμαστε τον πόνο σου! Μας ενώνει ο πόνος!
Κλείνοντας το άρθρο μας, θα παρουσιάσουμε ένα κομμάτι από μια ομιλία ενός πρώην επισκόπου για το θέμα που μιλάμε:  
«Δύο παιδιά, που δεν μπορούσαν να ζήσουν στο χωριό, έφυγαν στα ξένα. Εκεί δούλεψαν σκληρά κι  έκαναν μεγάλη περιουσία.
Αλλ’ η ζωή είναι μια ρόδα, είναι μια σφαίρα που γυρίζει. Τα πράγματα άλλαξαν. Τους βρήκε μια οικονομική κρίση και ένα πρωί ξύπνησαν πάμφτωχοι. Η μόνη περιουσία τους ήταν το κορμί τους. Πώς δέχτηκαν το δυστύχημα;  Ο μεν ένας απελπίστηκε, πήγε στο ποτάμι και πνίγηκε.
Αλλά  ο άλλος αντιμετώπισε την κατάσταση με πολλή ψυχραιμία έκανε το σταυρό του κι’ άρχισε να  δουλεύει όπως και πρώτα. Σε λίγο απόκτησε και πάλι περιουσία σημαντική. Όταν κάποιος τον ρώτησε πως δεν απελπίστηκε όπως ο άλλος, απάντησε: παιδί μου, στον κόσμο αυτό θα συναντήσεις πολλές πίκρες και πολλά βάσανα. Ποτέ, μα ποτέ, μην απελπιστείς. Πίστευε στο Θεό. Το παντοδύναμο χέρι Του Θεού ποτέ δεν θα σε εγκαταλείψει…
Γονείς που με ακούτε, διδάξτε την ευσέβεια, φροντίστε να φυτέψετε στα παιδιά σας την πίστη στο Θεό. Φυτεύοντας την πίστη στο Θεό, προσφέρετε  στα παιδιά σας την πιο μεγάλη ευεργεσία. Γιατί ό,τι και να συμβεί στη ζωή τους δεν θα απελπιστούν, δεν θ’ αυτοκτονήσουν. Θα θυμηθούν τα λόγια σας, θα σηκώσουν τα μάτια στον ουρανό και θα πουν:
Κι αν δεν μου μείνει εντός του κόσμου πού ν’ ακουμπήσω, πού να σταθώ, εκεί ψηλά είναι ο Θεός μου·  πώς ημπορώ ν’ απελπισθώ»;
  
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Βιβλίο, ΚΟΙΝΩΝΙΚΑΙ  ΠΛΗΓΑΙ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ 
ΣΥΝΤΟΜΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ  
 
Πηγή: http://antiairetikos.blogspot.gr

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Πῶς προσεγγίζουμε τούς ἁγίους;

Γέρων Ελισσαίος Σιμωνοπετρίτης - Φίλοι

Ἐλισσαῖος Σιμωνοπετρίτης
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Σίμωνος Πέτρας, Ἁγ. Ὄρους

Ἕνας πολύσοφος σύγχρονος ἱεράρχης εἶπε τόν ἑξῆς λόγο: «Εἶναι μεγάλος ἄθλος νά βρίσκεσαι καί νά ζῆς κοντά σέ ἕνα Ἅγιο. Ἀπαιτεῖ μεγάλη ταπείνωσι καί θέλει ἄκρα προσοχή». 

Τόν δικαιολογῶ ἀπολύτως καί συμφωνῶ μαζί του. Γιά ποιό λόγο; Ὁ Ἅγιος βρίσκεται σέ θέσι ὑπεροχῆς ἔναντι τοῦ εἰσέτι ἀγωνιζομένου νά ἐγγίση τά κράσπεδα τοῦ Θεοῦ. Ἔχοντας ἤδη ἀποκτήσει τόν νοῦν Χριστοῦ καί ἀγόμενος ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φαίνεται πολλές φορές ἀκατανόητος γιά τό πῶς σκέπτεται καί τό πῶς ἐνεργεῖ. Φυσικά δέν εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό τά συγγνωστά πάθη, τῆς ἀνάγκης τοῦ ὕπνου, τοῦ φαγητοῦ, τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν. Οὔτε πάλι στολίζεται μέ ὅλα μαζί τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατά τήν χωρητικότητα τῆς ἰδιοπροσωπίας του δέχθηκε καί τό πλήρωμα τῶν εἰδικῶν χαρισμάτων, ὅπως ἀναλύει σέ βάθος καί μέ ὀξυδέρκεια ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Ὅμως, καί στό πεδίο τῶν φυσικῶν καί συγγνωστῶν παθῶν διαφέρει ὁ Ἅγιος ἀπό τόν μή ἅγιο στήν ἀντιμετώπισί τους, πού εἶναι πάντα σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐνεργεῖται στό ἐπίπεδό του Πνεύματος.

Μέ τήν προυπόθεσι αὐτή, ὅποιος βρίσκεται κοντά ἤ πλησιάζει ἕνα Ἅγιο, γιά νά μή σκανδαλισθῆ ἀπό τήν ἐν γένει βιοτή του, πρέπει νά εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε εἶδος ὑπερηφάνειας καί ἀνθρωπαρέσκειας. Νομίζω ὅτι πάμπολλες φορές πλησιάζομε χαρισματούχους ἀνθρώπους ἤ γιά νά ἔχωμε κάποια ἐπίφασι νομιζόμενης αὐτοαγιότητος κατά ἐκπομπή ἤ γιά νά καυχώμαστε πώς ἐμεῖς ἀξιωθήκαμε καί εἴχαμε συζητήσεις καί ἐμπειρίες μαζί του, ἤ ὅτι μέ τήν μία αὐτή ἐπίσκεψι πήραμε ἀπό τήν χάρι του καί αὐτομάτως γίναμε καί πνευματικοπαίδιά του, κρύβοντας ἔτσι πολύ τεχνικά αἰσθήματα κρυφῆς μειονεξίας, ὕπουλης ζηλοφθονίας ἤ καί παιδικῆς ἀνοησίας μας… Λησμονοῦμε τό «εἰ ἦτε τέκνα τοῦ Ἀβραάμ, ἐποιεῖτε ἄν τά ἔργα τοῦ Ἀβραάμ»… Δηλαδή, δέν γινόμαστε ἅγιοι ἐξ ἐπαφῆς, οὔτε αὐτοστιγμιαίως.

Ὅταν, λοιπόν, προσεγγίζωμε ἕνα Ἅγιο μέ πνεῦμα ταπεινῆς μαθητείας, παρέχομε στόν ἑαυτό μας τήν ἀρίστη εὐκαιρία νά μετατεθοῦμε στόν ἄλλο ἀέρα, τόν τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ὑπό τοῦ ὁποίου ὁ Ἅγιος ἄγεται καί φέρεται καί ὡς ἐκ τούτου οἰονεὶ ἀποτελεῖ ἔμπνουν καί ζῶν Εὐαγγέλιον. Βλέποντας ἔτσι καί συγκρίνοντας τό ἰδικό του ὕψος καί τήν ἰδική μας πνευματική πτωχεία, θά ταπεινωθοῦμε περισσότερο καί θά ἀνοίξωμε τήν καρδιά μας νά δεχθῆ τόν ἀναπαυόμενον ἐν τοῖς ταπεινοῖς τήν καρδίαν, προφυλάσσοντάς μας ἀπό τήν πιό ἐπικίνδυνη μορφή πνευματικοῦ πολέμου, τήν αὐτάρκεια καί τήν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, τήν κενοδοξία.

Ἐξ ἄλλου, ὅταν πλησιάσωμε τήν ἁγία μορφή μέ πνεῦμα πνευματικῆς αὐτοδικαιώσεως καί περιέργειας ἤ καί ἐν μέρει αἰσθήσεως πληρότητος πνευματικῆς, κινδυνεύομε νά πέσωμε στήν παγίδα τῆς ἀπορρίψεώς του, ὅταν αὐτά πού τυχόν θά μᾶς πῆ καί συμβουλεύση ἔρχονται σέ ἀντίθεσι μέ τήν ἰδεατή εἰκόνα πού μόνοι μας ζωγραφίσαμε γιά τόν ἑαυτό μας. Κατεβάζοντας τόν Ἅγιο στά δικά μας μέτρα καί κρίνοντάς τον μέ κριτήρια χαμηλῆς πνευματικότητος ἤ καί κοσμικότητος ἀκόμη, εἶναι ἀπόλυτα σίγουρο ὅτι θά στρέψωμε περιφρονητικά τά νῶτα μας, μή μπορώντας νά προσοικειωθοῦμε τήν σκληρότητα τῶν λόγων του, πού εἶναι ὡστόσο κριτικοί τῶν ἐσωτάτων ἐννοιῶν καί ἐνθυμήσεών μας.

Μέ τό πρίσμα αὐτό μποροῦμε νά ἐξετάσωμε καί τήν στάσι μας ἔναντι στήν ἀνάγνωσι τῶν Βίων τῶν Ἁγίων. Τά μέν ὑπερφυσικά γεγονότα ταπεινώνουν τόν ταπεινό περισσότερο, τόν δέ ὑπερήφανο οἰηματία τόν κάνουν νά τά θεώρηση ἤ ἀδύνατα νά πραγματοποιηθοῦν ἤ νά τούς ἀποδώση τήν μομφή τῶν μυθικῶν διηγημάτων, χρησίμων μόνον γιά ἀνθρώπους μέ μειωμένη πνευματική ἀντίληψι καί ἱκανότητα… Δίκοπο μαχαίρι!

Ζώντας στό Ἅγιον Ὅρος πάνω ἀπό τρεῖς δεκαετίες, καί καταργώντας τόν τόπο μέ τόν τρόπο μου, ἔχω διαπιστώσει ἀρκετές φορές τήν διάθεσι τῶν ἐπισκεπτῶν ἤ προσκυνητῶν νά συναντήσουν μιὰ φωτισμένη μορφή ἀποβλέποντας ὡστόσο νά συναντήσουν ἕνα μάγο ἤ ἔστω ἕνα θαυματουργό ἤ διορατικό καί προορατικό, περιορίζοντας ἤ μᾶλλον ὑποτιμώντας καί ἀχρειώνοντας ἔτσι πολύ τό πεδίο τῆς ἐν Χριστῷ ἁγιότητος. Δέν φαίνεται μέ τήν ἔρευνα καί σχέσι αὐτή νά ἐπιδιώκωμε τόσο τήν κάθαρσι τῶν παθῶν μας καί τόν ἁγιασμό «οὗ χωρίς οὐδείς δέεται τόν Κύριο», ὅσο τό νά χορτάσωμε τήν ἐγωϊστική περιέργειά μας, πού ἄν δέν τό πετύχωμε, ἀρχιζομαι νά ἀμφιβάλλωμε γιά τήν δυνατότητα ὑπάρξεως σήμερα Ἁγίων καί μπορεῖ νά καταλήξωμε στήν βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰσχυριζόμενοι ὅτι χάθηκαν σήμερα οἱ Ἅγιοι, λές καί ἡ ἁγιότητα «βγαίνει στό παζάρι», κατά ἔκφρασι ἁγιορείτικη ἤ «κτυπᾶ κουδούνια».

Ὁ μακαρίτης παπα-Ἐφραίμ Κατουνακιώτης ἔλεγε «Ἀλλοίμονο στόν ἅγιο πού βγῆκε ἡ φήμη του μέχρι τήν Ἀθήνα» ἤ «μέ τήν κατάρα τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ διαβόλου διαδόθηκε ὅτι εἶμαι ἅγιος»…

Τελευταία φορά πού ἐπισκεφθήκαμε τόν μακαριστό γέροντα Παΐσιο, πρίν βγῆ ἀπό τό Ὄρος γιά τό νοσοκομεῖο, τόν βρήκαμε πολύ ἁρπαγμένο.
«Γιατί, γέροντα, εἶσθε ἔτσι;», τόν ρώτησα.
«Τὶ νά μήν εἶμαι, εὐλογημένη ψυχή, ἐκεῖ πέρα, ἄς ὑποθέοωμε νά ποῦμε; Τρελλάθηκε ὁ κόσμος! Ἅγιο μέ ἀνεβάζουν, ἅγιο μέ κατεβάζουν. Ἐμένα καί τόν παπα-Ἐφραίμ στά Κατουνάκια. Ὁ παπα-Ἐφραίμ εἶναι ἅγιος μεγάλος μάλιστα. Ἐγώ τί παλαιοσκουριασμένος τενεκές, νά ποῦμε εἶμαι, νά μέ ἐλεήση ὁ Θεός… Ξέρετε, αὐτή τήν στιγμή στό Ἅγιον Ὄρος ζοῦνε πενήντα ἅγιοι καί μεγάλοι ἅγιοι. Ἀλλά εἶναι ἔξυπνοι, ὄχι σάν καί μένα τόν βλάκα πού βγῆκε τό ὄνομά μου καί βλέπετε τί τραβάω καθημερινά» (περίμεναν στίς καστανιές νά τόν συναντήσουν ἀρκετές δεκάδες ἐπισκέπτες). «Παρακαλοῦν, λοιπόν, τόν Χριστό μας καί τοῦ λένε: Μή μᾶς δοξάσης ἐδῶ κάτω, κράτα τό στεφάνι γιά τήν ἄλλη ζωή. Καί ὁ φιλοτεκνος Πατέρας, νά ποῦμε, ἀκούει τά φιλότιμα παιδιά Του καί τούς κάνει τήν χάρι. Ξέρετε, ὅμως; Ἐμεῖς ἐδῶ ἀπό τήν ἀνατολική πλευρά τοῦ Ὄρους ἔχομε ὑγρασία καί δέν εὐδοκιμεῖ ἡ ἁγιότητα τόσο καλά. Γι’ αὐτό ἔχομε μόνο δεκατέσσαρες. Ἐσεῖς ἀπό τήν ἄλλη μεριά πού σᾶς βλέπει περισσότερο ὁ ἥλιος ἔχετε τριανταέξι»…

Τά λόγια αὐτά τοῦ πολυπονεμένου καί πολυχαρισματούχου ὁσίου τῶν ἡμερῶν μας κατ’ ἐπανάληψιν τά βεβαιώθηκα ἐμπειρικά, συναντώντας χωρίς προγραμματισμό καί εἰδική ἔρευνα ἁγίους καί μάλιστα μεγάλων πνευματικῶν μέτρων. Βρίσκονται καί στά Κοινόβια, βρίσκονται καί στήν Ἔρημο. Ποικιλία μορφῶν καί χαρισμάτων! Τό μεγάλο τους καί κοινό μυστικό εἶναι αὐτή ἡ ἐπίμονα ἐπιδιωκόμενη κρυφιότης ἀπό ἐκείνη τήν ἐμπορική αἴσθησι τῆς ἁγιότητος πού ἔχομε οἱ πολλοί, ἀλλά καί ἡ βαθύτατη ταπείνωσις καί ἡ χειρότερη εἰκόνα πού ἔχουν γιά τόν ἑαυτό τους – τό ἑλκτικό ἄλλωστε σημεῖο τῆς ἁγιαστικῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου.

Τόν Λώτ δέν τόν πείραξε ὁ ἀσφυκτικός σοδομιτικός περίγυρος νά διακριθῆ στήν τήρησι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τόν Μωϋσῆ ἐπηρέασε ἡ φαραωνιτική καί εἰδωλομανοῦσα Αἴγυπτος. Τί, ὅμως, ὠφέλησε τόν Γιεζή ποὺ ζοῦσε κοντά στόν προφήτη Ἐλισαῖο ἤ τούς υἱούς Ἠλεὶ ποὺ «ἤσθιον ἐκ τῶν θυσιῶν τοῦ ἱεροῦ»; Ἀκόμη, σέ ποιό σημεῖο βλέπομε νά ὠφελήθηκε ἀπό τήν τριετῆ συμβίωσί του μέ τήν περί τόν Κύριο δωδεκάριθμη ἀποστολική χορεία ὁ ἄθλιος Ἰούδας; Ἄλλωστε τοῦ τά ψάλλομε κάθε Μεγάλη Παρασκευή, χωρίς ὡστόσο νά αἰσθανώμαστε ὅτι πολλές φορές βρισκόμαστε σέ παράλληλη μέ αὐτόν πορεία ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. 

Καλό εἶναι νά συναντοῦμε Ἁγίους, δύσκολο ὅμως νά τούς προσεγγίζωμε ὅπως ἁρμόζει. Ἡ τάσις τῆς «γεροντολαγνείας», ὅπως ὀvoμάζεται ἀπό συγχρόvoυς μας ἐκκλησιαστικούς παράγοντες, δηλαδή τό νά γυρίζωμε ὅλη τήν οἰκουμένη καί νά ψάχνωμε γιά διορατικούς καί φωτισμένους Ἁγίους, παίρνοντας ἀπό ὅλους συμβουλές καί μή ἐφαρμόζοντας καμμία ἀπ’ αὐτές, εἶναι καί πρόβλημα σοβαρό, εἶναι καί ἀφορμή κάποιας μορφῆς αἰσιοδοξίας. Πρόβλημα παραμένει, ἄν περιθριγκωθῆ ἀπό αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἀναζήτησι φτωχῆς καί μή ἰάσιμης ἀνθρωποπαθοῦς θαυματουργίας, στά ἴδια μέτρα τῶν πολυπληθῶν ἀπατεώνων μάγων καί τῶν γιόγκι. Ἀφορμή χαρᾶς καί ἐλπίδος, γιατί φαίνεται μία ἀκτίνα ἀναζητήσεως τοῦ τελείου προτύπου στήν πορεία τῆς ζωῆς μας, ὁπότε καί ὁ ὅρος «γεροντολαγνεία» χάνει ἀμέσως τό περιεχόμενό του, ἀφοῦ ἐμπίπτομε στά κανονικά καί παραδοσιακά ὅρια τῆς ἀπαραίτητης προσωπικῆς μας σχέσεως μέ ἕνα πεπειραμένο καί φωτισμένο πνευματικό ὁδηγό, ἀπ’ τόν ὁποῖο πλησιάζοντας τόν προσδοκοῦμε βοήθεια γιά νά ξεπλύνωμε τόν ἐρρυπωμένο χιτώνα τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μας καί νά βιώσωμε ὀρθόδοξα καί ταπεινά τό μυστήριο τῆς πνευματικῆς σχέσεως τοῦ διδύμου Γέροντας-ὑποτακτικός.

Στό σημεῖο πάλι αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο νά κάνωμε κάποια μικρή παρατήρησι. Στήν προσπάθειά μας νά βροῦμε «ἅγιο» πνευματικό καθοδηγητή, ἄν τά πνευματικά αἰσθητήριά μας εἶναι εἰσέτι ἀγύμναστα, μπορεῖ ἀντί ποιμένος νά βρεθῆ ξαφνικά μπροστά μας λύκος, ὁπότε σέ συνδυασμό μέ μία διαστρεβλωμένου τύπου ὑπακοή πού ἐγγίζει τά ὅρια ἀπό μέν τήν θέσι τοῦ «ἁγίου» πνευματικοῦ της ψυχαναγκαστικῆς καταδυναστεύσεως τῆς προσωπικότητος τοῦ πιστοῦ, ἀπό δέ τήν θέσι τοῦ ἀναζητοῦντος τήν ἐπίμονη αἴσθησι ἀπολύτου παραιτήσεως ἀπό κάθε ἀνάληψι προσωπικῆς του εὐθύνης γιά τήν περαιτέρω πνευματική του πορεία καί τελεία ἐγκατάλειψι στήν βούλησι τοῦ πνευματικοῦ, τότε τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς προσεγγίσεώς του μέ μακροχρόνιες καί πολλές ἐλπίδες εὑρεθέντος «ἁγίου Γέροντος» θά εἶναι καταστρεπτικές γιά τήν προσωπικότητα τοῦ ὑποτακτικοῦ. Καί ἔχομε πάμπολλα τέτοια παραδείγματα. Δυστυχῶς…

Ἐπίσης πρέπει νά γίνη σαφής διάκρισις μεταξύ τῶν ὅρων «ὑπακοή» καί «συμβουλευτική γνώμη». Διότι ἡ μέν ὑπακοή, πού κατά κόρον ζητοῦν οἱ ἐν τῷ κόσμῳ πνευματικοί ἀπό τούς κοσμικούς πιστούς, εἶναι καθαρά μοναχική ἀρετή, πού δίνεται αὐτοθέλητα ὡς ὑπόσχεσις ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων κατά τήν διάρκεια τῆς μοναχικῆς κουρᾶς καί ὀφείλεται ἰσοβίως πρός τόν συγκεκριμένο Γέροντα τοῦ μοναχοῦ, ἡ δέ συμβουλευτική γνώμη πού δίνει ὁ κάθε μή μοναχός πνευματικός σέ κοσμικούς πιστούς, δέν ἐνέχει τό στοιχεῖο τῆς ὑποχρεωτικῆς τηρήσεως τῆς συμβουλῆς, ἄσχετα ἄν εἶναι ἡ σωστή ἤ ὄχι καί ὡς ἐκ τούτου ἔχει τελείως διαφορετικό χαρακτήρα καί περιεχόμενο.

Στό σημεῖο αὐτό μπλέκονται ἐπικίνδυνα στίς μέρες μας οἱ δύο ὅροι καί ἔχομε περιπτώσεις καί νεαρῶν ἐγγάμων διακόνων ἀκόμη πού ἀναλαμβάνουν ἀνεύθυνα ρόλο μεγάλου γέροντος καί δή καί ἡλικιωμένων ἀνθρώπων μέ συμπεριφορά ἀπαράδεκτης καταδυνάστευσης τοῦ προσώπου. Μάλιστα ἡ τεκμηρίωσις τοῦ «γεροντικοῦ» αὐτοῦ ρόλου βρίσκει εὔκολα ὑλικό στά πνευματικά βιβλία, πού ἡ μελέτη καί ἡ κατανόησή τους ἀπαιτοῦν ὡστόσο κάποιες βασικές γνωστικές προϋποθέσεις καὶ ἀφοροῦν μόνο καί μόνο Μοναχούς πού ὑποσχέθηκαν ἰσόβια ὑπακοή -ὄχι ὑποταγή. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά δημιουργῆται μία κατάσταση μπερδεμένη καί οἱ ἄνθρωποι νά ζοῦν μέ μία παράξενη καί ἰδιότυπη πνευματικότητα, φορτωμένοι πέρα ἀπό τά προσωπικά τους προβλήματα κά μέ τίς ἀντιευαγγελικές καί ἐνίοτε καί σχιζοφρενικές ἐντολές τῶν «φωτισμένων γερόντων», στίς ὁποῖες ἐνίοτε εὔκολα διακρίνεται τό ψυχολογικό φαινόμενο τῆς μεταβίβασης. Ὅσα ἐμεῖς δέν τά κάνομε ἀπό ἀνικανότητα ἤ ἀπό αἴσθησι πνευματικῆς μεγαλειότητος, τά ἀπαιτοῦμε ἀπό τούς δυστυχεῖς «ὑποτακτικούς» μας. Καί ὅταν φθάνουν κάποτε συντετριμμένοι καί ἀπελπισμένοι σέ κάποιον νορμάλ πνευματικό, ἄν ποτέ προλάβουν νά φθάσουν, δέν ἔχουν τήν παραμικρή δύναμι ἐπανορθώσεως τῶν ὅσων γκρεμίστηκαν ἅπαξ διαπαντός καί τελεσιδίκως μέσα τους…

Στοιχεῖο ἐπικίνδυνο γιά τήν δημιουργία ἀγαθῶν σχέσεων μέ ἅγιο πρόσωπο εἶναι καί ἡ προσπάθεια μιμήσεως ἐξωτερικῶν χαρακτηριστικῶν του, ὅπως τό ντύσιμο, ἡ ὁμιλία, τό ψάλσιμο, ἡ ἄσκησις. Ἡ προσπάθεια αὐτή, ὅσο καί ἄν φαντάζη φυσιολογική, ἐνέχει μεγάλο κίνδυνο ἀπολυτοποιήσεως αὐτῶν τῶν ἐξωτερικῶν στοιχείων, πού ὡστόσο δέν ἀποτελοῦν ἀναγκαστικά μέσα ἐλεύσεως στήν καρδιά τοῦ μιμούμενου τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου πού θέλει νά μιμῆται. Ἄλλωστε δέν εἴμαστε ὅλοι γιά ὅλα, οὔτε ἔχομε κοινές τίς φυσικές καί πνευματικές δυνατότητες προσλήψεως τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, πού μέ κανένα τρόπο δέν ἐξαναγκάζεται νά μᾶς ἀναδείξη ἁγίους μέ τήν υἱοθέτησι ξηρῶν τύπων, ἔστω καί αὐτῶν μέ τούς ὁποίους ἐκφράζονται οἱ Ἅγιοι. Ἐξ ἄλλου ἄλλο ἡ μοναχική ζωή, ἄλλο ἡ ἐν τῷ κόσμῳ πορεία.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Κοζάνης εἶπε κάτι πολύ σοφό: «Τά τῶν ἁγίων εἶναι ὅλα θαυμαστά καί ἀξιέπαινα, ὄχι ὅμως καί ἀξιομίμητα»! Ρῆσις πατερική, ἀφοῦ μελετώντας τά Συναξάρια διαπιστώνομε πόσο διαφορετικοί χαρακτῆρες εἶναι ὁ κάθε Ἅγιος ἀπό τόν ὁποιοδήποτε ἄλλο, κατά τό παύλειο «ἀστήρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ». Καί ὅμως, ὅλοι εἶναι ἅγιοι. Καί οἱ Μάρτυρες καί οἱ ἀσκητές. Καί οἱ ποιμένες στόν κόσμο καί οἱ στυλίτες τῆς ἐρήμου. Καί οἱ κοινοβιάτες καί οἱ σπηλαιῶτες. Καί οἱ ἄγαμοι καί οἱ ἔγγαμοι. Καί οἱ ἀπό κοιλίας μητρός ἡγιασμένοι καί οἱ ἐν ἐσχάτῃ ὥρᾳ μετανοήσαντες. Ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος ὅλους μᾶς ἀγκαλιάζει καί μᾶς ἀποδέχεται, ἐξαγιάζοντας τά προσωπικά μας στοιχεῖα πού ἀπαρτίζουν τήν ἰδική μας καί μοναδική ἰδιοπροσωπία. Δέν μᾶς μεταποιεῖ σέ ἄβουλα ὄργανα.

Δέν νομίζομε πώς τό θέμα τῆς προσεγγίσεως τῶν Ἁγίων τελειώνει ἐδῶ. Ἄλλωστε, διαβάζοντας τούς Βίους τῶν Ἁγίων, πού εἶναι ἕνας ἄλλος τρόπος προσεγγίσεως τοῦ στοιχείου τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἁγιότητος, μή ἐμποδιζόμενης ἀπό τοπικά ἤ χρονικά ἐμπόδια, κάθε φορὰ μπορεῖ νά ἐπισημάνωμε κάτι τό διαφορετικό, πού μέχρι τότε δέν τό εἴχαμε προσέξει· καί μιὰ ἀσήμαντη φαινομενικά λεπτομέρεια τοῦ βίου μπορεῖ νά γίνη ἀφορμή συγκλονιστικῆς ἐπαναδιαχαράξεως τῆς πνευματικῆς μας πορείας καί ἀξιολογήσεως τῶν στόχων μας.

Γιά νά ἐπανέλθωμε στόν ἀρχικό ἀφορισμό, εἶναι ἀπολύτως ἀληθές ὅτι χρειάζεται πολλή ταπείνωσις. ἀλλά καί εἰδικός φωτισμός ἀπό τόν Τρισάγιο Κύριο νά προσεγγίζωμε οἰκοδομητικά καί ὅπως πρέπει ἕνα Ἅγιο. Ἄλλωστε δέν εἶναι μιὰ σμικρογραφία τοῦ ἀπολύτου Ἁγίου καί τῆς πρώτης πηγῆς καί τῆς ἁγιότητος, τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας; Ὅπως γιά νά πλησιάσωμε σωστικά τόν Κύριο, τόν ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενον, χρειάζεται νά ἔχωμε στήν ψυχή μας τόν ἁγνόν φόβον Του, διότι εἶναι πῦρ καταναλίσκον, μπροστά στήν αἴσθησι τοῦ Ὁποίου καί ὁ Ἀβραάμ καί ὁ Ἠσαΐας καί ὁ Ἰώβ ἐδειλίασαν σφόδρα, κατά τόν ἴδιο τρόπο μία ἀπρόσεκτη καί ἀσεβής προσέγγισις ἑνός Ἁγίου ἀνθρώπου μπορεῖ νά ἀποβῆ θανατηφόρος πνευματικῶς ἐγγισμός, ὅπως αὐτός τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης ἀπό τόν γνωστό Ὀζά κατά τήν πανηγυρική ἐπαναμεταφορά της στήν Σιών.

Ἀντί, λοιπόν, νά ψάχνωμε φιλοπερίεργα γιά Ἁγίους, προτιμότερο εἶναι ἀλλά καί ἀσφαλέστερο, νά πλησιάζωμε στά μυστήρια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας ἐν ταπεινώσει καί αἰσθήσει τῆς παναναξιότητός μας καί νά ζητοῦμε ἀδιαλείπτως τό μέγα ἔλεος τοῦ Κυρίου, πού διαχρονικῶς μᾶς προστάσσει «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιος Κύριος ὁ Θέος». Μ’ αὐτό τόν τρόπο καί οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι Πατέρες Τόν πλησίασαν καί ἔγιναν φωστῆρες λάμψαντες καί ἕως αἰώνων μέλλοντες νά λάμπουν στό νοητό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ζῶντες ἐν σώματι ὑπῆρξαν γνήσιοι φίλοι του Θεοῦ καί στήριξαν καί παρεκάλεσαν πλήθη λαοῦ τοῦ Κυρίου. Τώρα ἀπό τούς οὐρανούς κατεβάζουν σύννεφα θείων δωρεῶν στούς πιστούς μέ τά ποικίλα θαύματα πού ἐπιτελοῦν καθημερινά σέ ὅσους προσπίπτουν καί ζητοῦν τίς εὐεργετικές ἱκεσίες τους πρός τόν Κύριο ἤ μελετοῦν τίς θαυμαστές βιογραφίες τους.

Ἐν τέλει καί ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ ἡσυχαστής καί ὁ Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου καί ὁ Φιλόθεος τῆς Πάρου καί ὁ Γεώργιος τῆς Σίψας καί ὁ Ἱερώνυμος τῆς Ἀναλήψεως καί ὁ Γερβάσιος τῶν Πατρῶν καί ὁ Ἐπιφάνιος τῶν Ἀθηνῶν καί ὁ Πορφύριος τῶν Καυσοκαλυβίων καί ὁ Ἐφραίμ Κατουνακιώτης καί ὁ Παΐσιος τῆς Παναγούδας καί ὁ Ἰάκωβος τοῦ Ὁσίου Δαβίδ καί ὁ Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ καί ὁ παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης καί ὁ Δαμασκηνός τοῦ Μακρυνοῦ καί ὁ Γαβριήλ Διονυσιάτης καί ὁ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης καί ὁ Ἀρσένιος καί ὁ πάπα-Χαράλαμπος τοῦ γερο-Ἰωσήφ καί ὁ Γέροντας Ἰουστίνος τοῦ Τσέλιγιε ἤ ὁ γερο-Κλεόπας τῆς Ἠσυχαστρίας καί εἴ τι ἕτερος… ὅλοι ὑπῆρξαν καί εἶναι Ἅγιοι καί μεγάλοι, ἀλλά κανείς δέν μοιάζει μέ κάποιον ἄλλον. Ὁ καθένας ἔχει τό προσωπικό του χρῶμα στόν ἅγιο βίο του. Αὐτή εἶναι ἡ ἀριστοκρατία τοῦ Τρισαγίου Θεοῦ μας!

Μᾶς σέβεται εἰς τό ἔπακρον καί μᾶς ἁγιάζει ὁλοτελῶς, ὅταν παραδοθοῦμε ταπεινά καί χωρίς κρατούμενα στό θέλημά Του, μή περιμένοντας ὁποιονδήποτε δουλικό μισθό γιά τά «κατορθώματά» μας, οὔτε φωτοστέφανο δόξης καί ἁγιότητος, παρά μόνον ἐκζητοῦντες μέ τελωνικό αἴσθημα μετανοίας καί συντριβῆς τό μέγα καί πλούσιον ἔλεος τῆς φιλανθρωπίας Του, ὅπως ἔκαναν καί ὅλοι οἱ φανεροί καί ἀφανεῖς Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὧν ταῖς εὐχαῖς ἐλεῆσαι καί σῶσαι ἡμᾶς Κύριος ὁ Θεός. Ἀμήν.

Πηγή: nefthalim
           http://amethystosbooks.blogspot.gr/

Ο διάβολος παρουσιάζεται και ως άγγελος φωτός

Όποιος δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθεί, αν δεν προσέξει. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντας του την εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος ότι πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει. Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η πνευματική χαρά είναι κάτι ουράνιο. 

Ο διάβολος μπορεί να παρουσιασθεί και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή- αυτό που έχει-,ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια και αγαλλίαση ουράνια. Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, αν ο άνθρωπος βάλει έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται. Ένα βράδυ στην Μονή Στομίου, μετά το Απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί καθισμένος σε σκαμνί. Για μια στιγμή ακούω όργανα και κλαρίνα σε ένα οίκημα που ήταν λίγο πιο πέρα για τους ξένους. Παραξενεύτηκα! «Τι όργανα είναι αυτά που ακούγονται τόσο κοντά!», είπα. Το πανηγύρι είχε περάσει. Σηκώνομαι από το σκαμνί και πηγαίνω στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει έξω. Βλέπω ησυχία παντού. Τότε κατάλαβα ότι ήταν από τον πειρασμό, για να διακόψω την προσευχή. Γύρισα και συνέχισα την ευχή. Ξαφνικά ένα δυνατό φως γέμισε το κελί. Η οροφή εξαφανίστηκε, άνοιξε η σκεπή και φάνηκε μια στήλη φωτός που έφτανε μέχρι τον ουρανό. Στην κορυφή αυτής της φωτεινής στήλης φαινόταν το πρόσωπο ενός ξανθού νέου, με μακρά μαλλιά και γένια, που έμοιαζε με τον Χριστό. Επειδή έβλεπα το μισό πρόσωπο του, σηκώθηκα από το σκαμνί, για να το δω ολόκληρο. Τότε άκουσα μέσα μου μια φωνή: «Αξιώθηκες να δεις τον Χριστό». «Και ποιος είμαι εγώ ο ανάξιος, που αξιώθηκα να δω τον Χριστό;», είπα και έκανα τον σταυρό μου. Αμέσως το φως και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν και είδα ότι η οροφή βρισκόταν στην θέση της.

Αν ο άνθρωπος δεν έχει το κεφάλι του πολύ καλά κλειδωμένο, μπορεί ο πονηρός να του βάλει λογισμό υπερηφανείας και να τον πλανέσει με φαντασίες και ψεύτικα φώτα, τα οποία δεν ανεβάζουν στον Παράδεισο, αλλά γκρεμίζουν στο χάος. Γι' αυτό πρέπει να μη ζητάει ποτέ φώτα ή θεία χαρίσματα κ.λπ., αλλά μετάνοια. Η μετάνοια θα φέρει την ταπείνωση και μετά ο Καλός Θεός θα δώσει ό,τι του είναι απαραίτητο. Όταν ήμουν στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγία Επιστήμης, μια φορά τα ταγκαλάκι πήγε να με ...;εξυπηρετήσει! Το ασκητήριο είχε τρία-τέσσερα σκαλάκια. Την νύχτα, όταν είχε αστροφεγγιά, πήγαινα στις σπηλιές και, για να κατέβω τα σκαλοπάτια, άναβα το τσακμάκι. Μια φορά πάω να ανάψω το τσακμάκι, δεν άναβε. Σε μια στιγμή βλέπω ένα φως σαν ένα βράχο σαν από δυνατό προβολέα, φαπ! Ω, φώτισε τα πάντα γύρω! «Να μου λείψουν τέτοια φώτα», είπα, και γύρισα πίσω. Αμέσως χάθηκε το φως. Βρε τον διάβολο, δεν ήθελε να φέξω με το τσακμάκι, για να κατεβώ! «Κρίμα δεν είναι, σου λέει, να παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώτα»! Καλοσύνη του!

-Πώς καταλάβατε, Γέροντα, ότι δεν ήταν από τον Θεό;

-Εμ, καταλαβαίνεται. Φοβερό!


ΠΗΓΗ    paterikiorthodoxia