Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Πῶς προσεγγίζουμε τούς ἁγίους;

Γέρων Ελισσαίος Σιμωνοπετρίτης - Φίλοι

Ἐλισσαῖος Σιμωνοπετρίτης
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Σίμωνος Πέτρας, Ἁγ. Ὄρους

Ἕνας πολύσοφος σύγχρονος ἱεράρχης εἶπε τόν ἑξῆς λόγο: «Εἶναι μεγάλος ἄθλος νά βρίσκεσαι καί νά ζῆς κοντά σέ ἕνα Ἅγιο. Ἀπαιτεῖ μεγάλη ταπείνωσι καί θέλει ἄκρα προσοχή». 

Τόν δικαιολογῶ ἀπολύτως καί συμφωνῶ μαζί του. Γιά ποιό λόγο; Ὁ Ἅγιος βρίσκεται σέ θέσι ὑπεροχῆς ἔναντι τοῦ εἰσέτι ἀγωνιζομένου νά ἐγγίση τά κράσπεδα τοῦ Θεοῦ. Ἔχοντας ἤδη ἀποκτήσει τόν νοῦν Χριστοῦ καί ἀγόμενος ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φαίνεται πολλές φορές ἀκατανόητος γιά τό πῶς σκέπτεται καί τό πῶς ἐνεργεῖ. Φυσικά δέν εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό τά συγγνωστά πάθη, τῆς ἀνάγκης τοῦ ὕπνου, τοῦ φαγητοῦ, τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν. Οὔτε πάλι στολίζεται μέ ὅλα μαζί τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατά τήν χωρητικότητα τῆς ἰδιοπροσωπίας του δέχθηκε καί τό πλήρωμα τῶν εἰδικῶν χαρισμάτων, ὅπως ἀναλύει σέ βάθος καί μέ ὀξυδέρκεια ὁ ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Ὅμως, καί στό πεδίο τῶν φυσικῶν καί συγγνωστῶν παθῶν διαφέρει ὁ Ἅγιος ἀπό τόν μή ἅγιο στήν ἀντιμετώπισί τους, πού εἶναι πάντα σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐνεργεῖται στό ἐπίπεδό του Πνεύματος.

Μέ τήν προυπόθεσι αὐτή, ὅποιος βρίσκεται κοντά ἤ πλησιάζει ἕνα Ἅγιο, γιά νά μή σκανδαλισθῆ ἀπό τήν ἐν γένει βιοτή του, πρέπει νά εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε εἶδος ὑπερηφάνειας καί ἀνθρωπαρέσκειας. Νομίζω ὅτι πάμπολλες φορές πλησιάζομε χαρισματούχους ἀνθρώπους ἤ γιά νά ἔχωμε κάποια ἐπίφασι νομιζόμενης αὐτοαγιότητος κατά ἐκπομπή ἤ γιά νά καυχώμαστε πώς ἐμεῖς ἀξιωθήκαμε καί εἴχαμε συζητήσεις καί ἐμπειρίες μαζί του, ἤ ὅτι μέ τήν μία αὐτή ἐπίσκεψι πήραμε ἀπό τήν χάρι του καί αὐτομάτως γίναμε καί πνευματικοπαίδιά του, κρύβοντας ἔτσι πολύ τεχνικά αἰσθήματα κρυφῆς μειονεξίας, ὕπουλης ζηλοφθονίας ἤ καί παιδικῆς ἀνοησίας μας… Λησμονοῦμε τό «εἰ ἦτε τέκνα τοῦ Ἀβραάμ, ἐποιεῖτε ἄν τά ἔργα τοῦ Ἀβραάμ»… Δηλαδή, δέν γινόμαστε ἅγιοι ἐξ ἐπαφῆς, οὔτε αὐτοστιγμιαίως.

Ὅταν, λοιπόν, προσεγγίζωμε ἕνα Ἅγιο μέ πνεῦμα ταπεινῆς μαθητείας, παρέχομε στόν ἑαυτό μας τήν ἀρίστη εὐκαιρία νά μετατεθοῦμε στόν ἄλλο ἀέρα, τόν τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ὑπό τοῦ ὁποίου ὁ Ἅγιος ἄγεται καί φέρεται καί ὡς ἐκ τούτου οἰονεὶ ἀποτελεῖ ἔμπνουν καί ζῶν Εὐαγγέλιον. Βλέποντας ἔτσι καί συγκρίνοντας τό ἰδικό του ὕψος καί τήν ἰδική μας πνευματική πτωχεία, θά ταπεινωθοῦμε περισσότερο καί θά ἀνοίξωμε τήν καρδιά μας νά δεχθῆ τόν ἀναπαυόμενον ἐν τοῖς ταπεινοῖς τήν καρδίαν, προφυλάσσοντάς μας ἀπό τήν πιό ἐπικίνδυνη μορφή πνευματικοῦ πολέμου, τήν αὐτάρκεια καί τήν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, τήν κενοδοξία.

Ἐξ ἄλλου, ὅταν πλησιάσωμε τήν ἁγία μορφή μέ πνεῦμα πνευματικῆς αὐτοδικαιώσεως καί περιέργειας ἤ καί ἐν μέρει αἰσθήσεως πληρότητος πνευματικῆς, κινδυνεύομε νά πέσωμε στήν παγίδα τῆς ἀπορρίψεώς του, ὅταν αὐτά πού τυχόν θά μᾶς πῆ καί συμβουλεύση ἔρχονται σέ ἀντίθεσι μέ τήν ἰδεατή εἰκόνα πού μόνοι μας ζωγραφίσαμε γιά τόν ἑαυτό μας. Κατεβάζοντας τόν Ἅγιο στά δικά μας μέτρα καί κρίνοντάς τον μέ κριτήρια χαμηλῆς πνευματικότητος ἤ καί κοσμικότητος ἀκόμη, εἶναι ἀπόλυτα σίγουρο ὅτι θά στρέψωμε περιφρονητικά τά νῶτα μας, μή μπορώντας νά προσοικειωθοῦμε τήν σκληρότητα τῶν λόγων του, πού εἶναι ὡστόσο κριτικοί τῶν ἐσωτάτων ἐννοιῶν καί ἐνθυμήσεών μας.

Μέ τό πρίσμα αὐτό μποροῦμε νά ἐξετάσωμε καί τήν στάσι μας ἔναντι στήν ἀνάγνωσι τῶν Βίων τῶν Ἁγίων. Τά μέν ὑπερφυσικά γεγονότα ταπεινώνουν τόν ταπεινό περισσότερο, τόν δέ ὑπερήφανο οἰηματία τόν κάνουν νά τά θεώρηση ἤ ἀδύνατα νά πραγματοποιηθοῦν ἤ νά τούς ἀποδώση τήν μομφή τῶν μυθικῶν διηγημάτων, χρησίμων μόνον γιά ἀνθρώπους μέ μειωμένη πνευματική ἀντίληψι καί ἱκανότητα… Δίκοπο μαχαίρι!

Ζώντας στό Ἅγιον Ὅρος πάνω ἀπό τρεῖς δεκαετίες, καί καταργώντας τόν τόπο μέ τόν τρόπο μου, ἔχω διαπιστώσει ἀρκετές φορές τήν διάθεσι τῶν ἐπισκεπτῶν ἤ προσκυνητῶν νά συναντήσουν μιὰ φωτισμένη μορφή ἀποβλέποντας ὡστόσο νά συναντήσουν ἕνα μάγο ἤ ἔστω ἕνα θαυματουργό ἤ διορατικό καί προορατικό, περιορίζοντας ἤ μᾶλλον ὑποτιμώντας καί ἀχρειώνοντας ἔτσι πολύ τό πεδίο τῆς ἐν Χριστῷ ἁγιότητος. Δέν φαίνεται μέ τήν ἔρευνα καί σχέσι αὐτή νά ἐπιδιώκωμε τόσο τήν κάθαρσι τῶν παθῶν μας καί τόν ἁγιασμό «οὗ χωρίς οὐδείς δέεται τόν Κύριο», ὅσο τό νά χορτάσωμε τήν ἐγωϊστική περιέργειά μας, πού ἄν δέν τό πετύχωμε, ἀρχιζομαι νά ἀμφιβάλλωμε γιά τήν δυνατότητα ὑπάρξεως σήμερα Ἁγίων καί μπορεῖ νά καταλήξωμε στήν βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰσχυριζόμενοι ὅτι χάθηκαν σήμερα οἱ Ἅγιοι, λές καί ἡ ἁγιότητα «βγαίνει στό παζάρι», κατά ἔκφρασι ἁγιορείτικη ἤ «κτυπᾶ κουδούνια».

Ὁ μακαρίτης παπα-Ἐφραίμ Κατουνακιώτης ἔλεγε «Ἀλλοίμονο στόν ἅγιο πού βγῆκε ἡ φήμη του μέχρι τήν Ἀθήνα» ἤ «μέ τήν κατάρα τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ διαβόλου διαδόθηκε ὅτι εἶμαι ἅγιος»…

Τελευταία φορά πού ἐπισκεφθήκαμε τόν μακαριστό γέροντα Παΐσιο, πρίν βγῆ ἀπό τό Ὄρος γιά τό νοσοκομεῖο, τόν βρήκαμε πολύ ἁρπαγμένο.
«Γιατί, γέροντα, εἶσθε ἔτσι;», τόν ρώτησα.
«Τὶ νά μήν εἶμαι, εὐλογημένη ψυχή, ἐκεῖ πέρα, ἄς ὑποθέοωμε νά ποῦμε; Τρελλάθηκε ὁ κόσμος! Ἅγιο μέ ἀνεβάζουν, ἅγιο μέ κατεβάζουν. Ἐμένα καί τόν παπα-Ἐφραίμ στά Κατουνάκια. Ὁ παπα-Ἐφραίμ εἶναι ἅγιος μεγάλος μάλιστα. Ἐγώ τί παλαιοσκουριασμένος τενεκές, νά ποῦμε εἶμαι, νά μέ ἐλεήση ὁ Θεός… Ξέρετε, αὐτή τήν στιγμή στό Ἅγιον Ὄρος ζοῦνε πενήντα ἅγιοι καί μεγάλοι ἅγιοι. Ἀλλά εἶναι ἔξυπνοι, ὄχι σάν καί μένα τόν βλάκα πού βγῆκε τό ὄνομά μου καί βλέπετε τί τραβάω καθημερινά» (περίμεναν στίς καστανιές νά τόν συναντήσουν ἀρκετές δεκάδες ἐπισκέπτες). «Παρακαλοῦν, λοιπόν, τόν Χριστό μας καί τοῦ λένε: Μή μᾶς δοξάσης ἐδῶ κάτω, κράτα τό στεφάνι γιά τήν ἄλλη ζωή. Καί ὁ φιλοτεκνος Πατέρας, νά ποῦμε, ἀκούει τά φιλότιμα παιδιά Του καί τούς κάνει τήν χάρι. Ξέρετε, ὅμως; Ἐμεῖς ἐδῶ ἀπό τήν ἀνατολική πλευρά τοῦ Ὄρους ἔχομε ὑγρασία καί δέν εὐδοκιμεῖ ἡ ἁγιότητα τόσο καλά. Γι’ αὐτό ἔχομε μόνο δεκατέσσαρες. Ἐσεῖς ἀπό τήν ἄλλη μεριά πού σᾶς βλέπει περισσότερο ὁ ἥλιος ἔχετε τριανταέξι»…

Τά λόγια αὐτά τοῦ πολυπονεμένου καί πολυχαρισματούχου ὁσίου τῶν ἡμερῶν μας κατ’ ἐπανάληψιν τά βεβαιώθηκα ἐμπειρικά, συναντώντας χωρίς προγραμματισμό καί εἰδική ἔρευνα ἁγίους καί μάλιστα μεγάλων πνευματικῶν μέτρων. Βρίσκονται καί στά Κοινόβια, βρίσκονται καί στήν Ἔρημο. Ποικιλία μορφῶν καί χαρισμάτων! Τό μεγάλο τους καί κοινό μυστικό εἶναι αὐτή ἡ ἐπίμονα ἐπιδιωκόμενη κρυφιότης ἀπό ἐκείνη τήν ἐμπορική αἴσθησι τῆς ἁγιότητος πού ἔχομε οἱ πολλοί, ἀλλά καί ἡ βαθύτατη ταπείνωσις καί ἡ χειρότερη εἰκόνα πού ἔχουν γιά τόν ἑαυτό τους – τό ἑλκτικό ἄλλωστε σημεῖο τῆς ἁγιαστικῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου.

Τόν Λώτ δέν τόν πείραξε ὁ ἀσφυκτικός σοδομιτικός περίγυρος νά διακριθῆ στήν τήρησι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τόν Μωϋσῆ ἐπηρέασε ἡ φαραωνιτική καί εἰδωλομανοῦσα Αἴγυπτος. Τί, ὅμως, ὠφέλησε τόν Γιεζή ποὺ ζοῦσε κοντά στόν προφήτη Ἐλισαῖο ἤ τούς υἱούς Ἠλεὶ ποὺ «ἤσθιον ἐκ τῶν θυσιῶν τοῦ ἱεροῦ»; Ἀκόμη, σέ ποιό σημεῖο βλέπομε νά ὠφελήθηκε ἀπό τήν τριετῆ συμβίωσί του μέ τήν περί τόν Κύριο δωδεκάριθμη ἀποστολική χορεία ὁ ἄθλιος Ἰούδας; Ἄλλωστε τοῦ τά ψάλλομε κάθε Μεγάλη Παρασκευή, χωρίς ὡστόσο νά αἰσθανώμαστε ὅτι πολλές φορές βρισκόμαστε σέ παράλληλη μέ αὐτόν πορεία ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. 

Καλό εἶναι νά συναντοῦμε Ἁγίους, δύσκολο ὅμως νά τούς προσεγγίζωμε ὅπως ἁρμόζει. Ἡ τάσις τῆς «γεροντολαγνείας», ὅπως ὀvoμάζεται ἀπό συγχρόvoυς μας ἐκκλησιαστικούς παράγοντες, δηλαδή τό νά γυρίζωμε ὅλη τήν οἰκουμένη καί νά ψάχνωμε γιά διορατικούς καί φωτισμένους Ἁγίους, παίρνοντας ἀπό ὅλους συμβουλές καί μή ἐφαρμόζοντας καμμία ἀπ’ αὐτές, εἶναι καί πρόβλημα σοβαρό, εἶναι καί ἀφορμή κάποιας μορφῆς αἰσιοδοξίας. Πρόβλημα παραμένει, ἄν περιθριγκωθῆ ἀπό αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἀναζήτησι φτωχῆς καί μή ἰάσιμης ἀνθρωποπαθοῦς θαυματουργίας, στά ἴδια μέτρα τῶν πολυπληθῶν ἀπατεώνων μάγων καί τῶν γιόγκι. Ἀφορμή χαρᾶς καί ἐλπίδος, γιατί φαίνεται μία ἀκτίνα ἀναζητήσεως τοῦ τελείου προτύπου στήν πορεία τῆς ζωῆς μας, ὁπότε καί ὁ ὅρος «γεροντολαγνεία» χάνει ἀμέσως τό περιεχόμενό του, ἀφοῦ ἐμπίπτομε στά κανονικά καί παραδοσιακά ὅρια τῆς ἀπαραίτητης προσωπικῆς μας σχέσεως μέ ἕνα πεπειραμένο καί φωτισμένο πνευματικό ὁδηγό, ἀπ’ τόν ὁποῖο πλησιάζοντας τόν προσδοκοῦμε βοήθεια γιά νά ξεπλύνωμε τόν ἐρρυπωμένο χιτώνα τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μας καί νά βιώσωμε ὀρθόδοξα καί ταπεινά τό μυστήριο τῆς πνευματικῆς σχέσεως τοῦ διδύμου Γέροντας-ὑποτακτικός.

Στό σημεῖο πάλι αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο νά κάνωμε κάποια μικρή παρατήρησι. Στήν προσπάθειά μας νά βροῦμε «ἅγιο» πνευματικό καθοδηγητή, ἄν τά πνευματικά αἰσθητήριά μας εἶναι εἰσέτι ἀγύμναστα, μπορεῖ ἀντί ποιμένος νά βρεθῆ ξαφνικά μπροστά μας λύκος, ὁπότε σέ συνδυασμό μέ μία διαστρεβλωμένου τύπου ὑπακοή πού ἐγγίζει τά ὅρια ἀπό μέν τήν θέσι τοῦ «ἁγίου» πνευματικοῦ της ψυχαναγκαστικῆς καταδυναστεύσεως τῆς προσωπικότητος τοῦ πιστοῦ, ἀπό δέ τήν θέσι τοῦ ἀναζητοῦντος τήν ἐπίμονη αἴσθησι ἀπολύτου παραιτήσεως ἀπό κάθε ἀνάληψι προσωπικῆς του εὐθύνης γιά τήν περαιτέρω πνευματική του πορεία καί τελεία ἐγκατάλειψι στήν βούλησι τοῦ πνευματικοῦ, τότε τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς προσεγγίσεώς του μέ μακροχρόνιες καί πολλές ἐλπίδες εὑρεθέντος «ἁγίου Γέροντος» θά εἶναι καταστρεπτικές γιά τήν προσωπικότητα τοῦ ὑποτακτικοῦ. Καί ἔχομε πάμπολλα τέτοια παραδείγματα. Δυστυχῶς…

Ἐπίσης πρέπει νά γίνη σαφής διάκρισις μεταξύ τῶν ὅρων «ὑπακοή» καί «συμβουλευτική γνώμη». Διότι ἡ μέν ὑπακοή, πού κατά κόρον ζητοῦν οἱ ἐν τῷ κόσμῳ πνευματικοί ἀπό τούς κοσμικούς πιστούς, εἶναι καθαρά μοναχική ἀρετή, πού δίνεται αὐτοθέλητα ὡς ὑπόσχεσις ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων κατά τήν διάρκεια τῆς μοναχικῆς κουρᾶς καί ὀφείλεται ἰσοβίως πρός τόν συγκεκριμένο Γέροντα τοῦ μοναχοῦ, ἡ δέ συμβουλευτική γνώμη πού δίνει ὁ κάθε μή μοναχός πνευματικός σέ κοσμικούς πιστούς, δέν ἐνέχει τό στοιχεῖο τῆς ὑποχρεωτικῆς τηρήσεως τῆς συμβουλῆς, ἄσχετα ἄν εἶναι ἡ σωστή ἤ ὄχι καί ὡς ἐκ τούτου ἔχει τελείως διαφορετικό χαρακτήρα καί περιεχόμενο.

Στό σημεῖο αὐτό μπλέκονται ἐπικίνδυνα στίς μέρες μας οἱ δύο ὅροι καί ἔχομε περιπτώσεις καί νεαρῶν ἐγγάμων διακόνων ἀκόμη πού ἀναλαμβάνουν ἀνεύθυνα ρόλο μεγάλου γέροντος καί δή καί ἡλικιωμένων ἀνθρώπων μέ συμπεριφορά ἀπαράδεκτης καταδυνάστευσης τοῦ προσώπου. Μάλιστα ἡ τεκμηρίωσις τοῦ «γεροντικοῦ» αὐτοῦ ρόλου βρίσκει εὔκολα ὑλικό στά πνευματικά βιβλία, πού ἡ μελέτη καί ἡ κατανόησή τους ἀπαιτοῦν ὡστόσο κάποιες βασικές γνωστικές προϋποθέσεις καὶ ἀφοροῦν μόνο καί μόνο Μοναχούς πού ὑποσχέθηκαν ἰσόβια ὑπακοή -ὄχι ὑποταγή. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά δημιουργῆται μία κατάσταση μπερδεμένη καί οἱ ἄνθρωποι νά ζοῦν μέ μία παράξενη καί ἰδιότυπη πνευματικότητα, φορτωμένοι πέρα ἀπό τά προσωπικά τους προβλήματα κά μέ τίς ἀντιευαγγελικές καί ἐνίοτε καί σχιζοφρενικές ἐντολές τῶν «φωτισμένων γερόντων», στίς ὁποῖες ἐνίοτε εὔκολα διακρίνεται τό ψυχολογικό φαινόμενο τῆς μεταβίβασης. Ὅσα ἐμεῖς δέν τά κάνομε ἀπό ἀνικανότητα ἤ ἀπό αἴσθησι πνευματικῆς μεγαλειότητος, τά ἀπαιτοῦμε ἀπό τούς δυστυχεῖς «ὑποτακτικούς» μας. Καί ὅταν φθάνουν κάποτε συντετριμμένοι καί ἀπελπισμένοι σέ κάποιον νορμάλ πνευματικό, ἄν ποτέ προλάβουν νά φθάσουν, δέν ἔχουν τήν παραμικρή δύναμι ἐπανορθώσεως τῶν ὅσων γκρεμίστηκαν ἅπαξ διαπαντός καί τελεσιδίκως μέσα τους…

Στοιχεῖο ἐπικίνδυνο γιά τήν δημιουργία ἀγαθῶν σχέσεων μέ ἅγιο πρόσωπο εἶναι καί ἡ προσπάθεια μιμήσεως ἐξωτερικῶν χαρακτηριστικῶν του, ὅπως τό ντύσιμο, ἡ ὁμιλία, τό ψάλσιμο, ἡ ἄσκησις. Ἡ προσπάθεια αὐτή, ὅσο καί ἄν φαντάζη φυσιολογική, ἐνέχει μεγάλο κίνδυνο ἀπολυτοποιήσεως αὐτῶν τῶν ἐξωτερικῶν στοιχείων, πού ὡστόσο δέν ἀποτελοῦν ἀναγκαστικά μέσα ἐλεύσεως στήν καρδιά τοῦ μιμούμενου τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου πού θέλει νά μιμῆται. Ἄλλωστε δέν εἴμαστε ὅλοι γιά ὅλα, οὔτε ἔχομε κοινές τίς φυσικές καί πνευματικές δυνατότητες προσλήψεως τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, πού μέ κανένα τρόπο δέν ἐξαναγκάζεται νά μᾶς ἀναδείξη ἁγίους μέ τήν υἱοθέτησι ξηρῶν τύπων, ἔστω καί αὐτῶν μέ τούς ὁποίους ἐκφράζονται οἱ Ἅγιοι. Ἐξ ἄλλου ἄλλο ἡ μοναχική ζωή, ἄλλο ἡ ἐν τῷ κόσμῳ πορεία.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Κοζάνης εἶπε κάτι πολύ σοφό: «Τά τῶν ἁγίων εἶναι ὅλα θαυμαστά καί ἀξιέπαινα, ὄχι ὅμως καί ἀξιομίμητα»! Ρῆσις πατερική, ἀφοῦ μελετώντας τά Συναξάρια διαπιστώνομε πόσο διαφορετικοί χαρακτῆρες εἶναι ὁ κάθε Ἅγιος ἀπό τόν ὁποιοδήποτε ἄλλο, κατά τό παύλειο «ἀστήρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ». Καί ὅμως, ὅλοι εἶναι ἅγιοι. Καί οἱ Μάρτυρες καί οἱ ἀσκητές. Καί οἱ ποιμένες στόν κόσμο καί οἱ στυλίτες τῆς ἐρήμου. Καί οἱ κοινοβιάτες καί οἱ σπηλαιῶτες. Καί οἱ ἄγαμοι καί οἱ ἔγγαμοι. Καί οἱ ἀπό κοιλίας μητρός ἡγιασμένοι καί οἱ ἐν ἐσχάτῃ ὥρᾳ μετανοήσαντες. Ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος ὅλους μᾶς ἀγκαλιάζει καί μᾶς ἀποδέχεται, ἐξαγιάζοντας τά προσωπικά μας στοιχεῖα πού ἀπαρτίζουν τήν ἰδική μας καί μοναδική ἰδιοπροσωπία. Δέν μᾶς μεταποιεῖ σέ ἄβουλα ὄργανα.

Δέν νομίζομε πώς τό θέμα τῆς προσεγγίσεως τῶν Ἁγίων τελειώνει ἐδῶ. Ἄλλωστε, διαβάζοντας τούς Βίους τῶν Ἁγίων, πού εἶναι ἕνας ἄλλος τρόπος προσεγγίσεως τοῦ στοιχείου τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἁγιότητος, μή ἐμποδιζόμενης ἀπό τοπικά ἤ χρονικά ἐμπόδια, κάθε φορὰ μπορεῖ νά ἐπισημάνωμε κάτι τό διαφορετικό, πού μέχρι τότε δέν τό εἴχαμε προσέξει· καί μιὰ ἀσήμαντη φαινομενικά λεπτομέρεια τοῦ βίου μπορεῖ νά γίνη ἀφορμή συγκλονιστικῆς ἐπαναδιαχαράξεως τῆς πνευματικῆς μας πορείας καί ἀξιολογήσεως τῶν στόχων μας.

Γιά νά ἐπανέλθωμε στόν ἀρχικό ἀφορισμό, εἶναι ἀπολύτως ἀληθές ὅτι χρειάζεται πολλή ταπείνωσις. ἀλλά καί εἰδικός φωτισμός ἀπό τόν Τρισάγιο Κύριο νά προσεγγίζωμε οἰκοδομητικά καί ὅπως πρέπει ἕνα Ἅγιο. Ἄλλωστε δέν εἶναι μιὰ σμικρογραφία τοῦ ἀπολύτου Ἁγίου καί τῆς πρώτης πηγῆς καί τῆς ἁγιότητος, τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας; Ὅπως γιά νά πλησιάσωμε σωστικά τόν Κύριο, τόν ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενον, χρειάζεται νά ἔχωμε στήν ψυχή μας τόν ἁγνόν φόβον Του, διότι εἶναι πῦρ καταναλίσκον, μπροστά στήν αἴσθησι τοῦ Ὁποίου καί ὁ Ἀβραάμ καί ὁ Ἠσαΐας καί ὁ Ἰώβ ἐδειλίασαν σφόδρα, κατά τόν ἴδιο τρόπο μία ἀπρόσεκτη καί ἀσεβής προσέγγισις ἑνός Ἁγίου ἀνθρώπου μπορεῖ νά ἀποβῆ θανατηφόρος πνευματικῶς ἐγγισμός, ὅπως αὐτός τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης ἀπό τόν γνωστό Ὀζά κατά τήν πανηγυρική ἐπαναμεταφορά της στήν Σιών.

Ἀντί, λοιπόν, νά ψάχνωμε φιλοπερίεργα γιά Ἁγίους, προτιμότερο εἶναι ἀλλά καί ἀσφαλέστερο, νά πλησιάζωμε στά μυστήρια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας ἐν ταπεινώσει καί αἰσθήσει τῆς παναναξιότητός μας καί νά ζητοῦμε ἀδιαλείπτως τό μέγα ἔλεος τοῦ Κυρίου, πού διαχρονικῶς μᾶς προστάσσει «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιος Κύριος ὁ Θέος». Μ’ αὐτό τόν τρόπο καί οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι Πατέρες Τόν πλησίασαν καί ἔγιναν φωστῆρες λάμψαντες καί ἕως αἰώνων μέλλοντες νά λάμπουν στό νοητό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ζῶντες ἐν σώματι ὑπῆρξαν γνήσιοι φίλοι του Θεοῦ καί στήριξαν καί παρεκάλεσαν πλήθη λαοῦ τοῦ Κυρίου. Τώρα ἀπό τούς οὐρανούς κατεβάζουν σύννεφα θείων δωρεῶν στούς πιστούς μέ τά ποικίλα θαύματα πού ἐπιτελοῦν καθημερινά σέ ὅσους προσπίπτουν καί ζητοῦν τίς εὐεργετικές ἱκεσίες τους πρός τόν Κύριο ἤ μελετοῦν τίς θαυμαστές βιογραφίες τους.

Ἐν τέλει καί ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ ἡσυχαστής καί ὁ Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου καί ὁ Φιλόθεος τῆς Πάρου καί ὁ Γεώργιος τῆς Σίψας καί ὁ Ἱερώνυμος τῆς Ἀναλήψεως καί ὁ Γερβάσιος τῶν Πατρῶν καί ὁ Ἐπιφάνιος τῶν Ἀθηνῶν καί ὁ Πορφύριος τῶν Καυσοκαλυβίων καί ὁ Ἐφραίμ Κατουνακιώτης καί ὁ Παΐσιος τῆς Παναγούδας καί ὁ Ἰάκωβος τοῦ Ὁσίου Δαβίδ καί ὁ Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ καί ὁ παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης καί ὁ Δαμασκηνός τοῦ Μακρυνοῦ καί ὁ Γαβριήλ Διονυσιάτης καί ὁ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης καί ὁ Ἀρσένιος καί ὁ πάπα-Χαράλαμπος τοῦ γερο-Ἰωσήφ καί ὁ Γέροντας Ἰουστίνος τοῦ Τσέλιγιε ἤ ὁ γερο-Κλεόπας τῆς Ἠσυχαστρίας καί εἴ τι ἕτερος… ὅλοι ὑπῆρξαν καί εἶναι Ἅγιοι καί μεγάλοι, ἀλλά κανείς δέν μοιάζει μέ κάποιον ἄλλον. Ὁ καθένας ἔχει τό προσωπικό του χρῶμα στόν ἅγιο βίο του. Αὐτή εἶναι ἡ ἀριστοκρατία τοῦ Τρισαγίου Θεοῦ μας!

Μᾶς σέβεται εἰς τό ἔπακρον καί μᾶς ἁγιάζει ὁλοτελῶς, ὅταν παραδοθοῦμε ταπεινά καί χωρίς κρατούμενα στό θέλημά Του, μή περιμένοντας ὁποιονδήποτε δουλικό μισθό γιά τά «κατορθώματά» μας, οὔτε φωτοστέφανο δόξης καί ἁγιότητος, παρά μόνον ἐκζητοῦντες μέ τελωνικό αἴσθημα μετανοίας καί συντριβῆς τό μέγα καί πλούσιον ἔλεος τῆς φιλανθρωπίας Του, ὅπως ἔκαναν καί ὅλοι οἱ φανεροί καί ἀφανεῖς Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὧν ταῖς εὐχαῖς ἐλεῆσαι καί σῶσαι ἡμᾶς Κύριος ὁ Θεός. Ἀμήν.

Πηγή: nefthalim
           http://amethystosbooks.blogspot.gr/

Ο διάβολος παρουσιάζεται και ως άγγελος φωτός

Όποιος δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθεί, αν δεν προσέξει. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντας του την εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος ότι πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει. Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η πνευματική χαρά είναι κάτι ουράνιο. 

Ο διάβολος μπορεί να παρουσιασθεί και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή- αυτό που έχει-,ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια και αγαλλίαση ουράνια. Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, αν ο άνθρωπος βάλει έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται. Ένα βράδυ στην Μονή Στομίου, μετά το Απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί καθισμένος σε σκαμνί. Για μια στιγμή ακούω όργανα και κλαρίνα σε ένα οίκημα που ήταν λίγο πιο πέρα για τους ξένους. Παραξενεύτηκα! «Τι όργανα είναι αυτά που ακούγονται τόσο κοντά!», είπα. Το πανηγύρι είχε περάσει. Σηκώνομαι από το σκαμνί και πηγαίνω στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει έξω. Βλέπω ησυχία παντού. Τότε κατάλαβα ότι ήταν από τον πειρασμό, για να διακόψω την προσευχή. Γύρισα και συνέχισα την ευχή. Ξαφνικά ένα δυνατό φως γέμισε το κελί. Η οροφή εξαφανίστηκε, άνοιξε η σκεπή και φάνηκε μια στήλη φωτός που έφτανε μέχρι τον ουρανό. Στην κορυφή αυτής της φωτεινής στήλης φαινόταν το πρόσωπο ενός ξανθού νέου, με μακρά μαλλιά και γένια, που έμοιαζε με τον Χριστό. Επειδή έβλεπα το μισό πρόσωπο του, σηκώθηκα από το σκαμνί, για να το δω ολόκληρο. Τότε άκουσα μέσα μου μια φωνή: «Αξιώθηκες να δεις τον Χριστό». «Και ποιος είμαι εγώ ο ανάξιος, που αξιώθηκα να δω τον Χριστό;», είπα και έκανα τον σταυρό μου. Αμέσως το φως και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν και είδα ότι η οροφή βρισκόταν στην θέση της.

Αν ο άνθρωπος δεν έχει το κεφάλι του πολύ καλά κλειδωμένο, μπορεί ο πονηρός να του βάλει λογισμό υπερηφανείας και να τον πλανέσει με φαντασίες και ψεύτικα φώτα, τα οποία δεν ανεβάζουν στον Παράδεισο, αλλά γκρεμίζουν στο χάος. Γι' αυτό πρέπει να μη ζητάει ποτέ φώτα ή θεία χαρίσματα κ.λπ., αλλά μετάνοια. Η μετάνοια θα φέρει την ταπείνωση και μετά ο Καλός Θεός θα δώσει ό,τι του είναι απαραίτητο. Όταν ήμουν στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγία Επιστήμης, μια φορά τα ταγκαλάκι πήγε να με ...;εξυπηρετήσει! Το ασκητήριο είχε τρία-τέσσερα σκαλάκια. Την νύχτα, όταν είχε αστροφεγγιά, πήγαινα στις σπηλιές και, για να κατέβω τα σκαλοπάτια, άναβα το τσακμάκι. Μια φορά πάω να ανάψω το τσακμάκι, δεν άναβε. Σε μια στιγμή βλέπω ένα φως σαν ένα βράχο σαν από δυνατό προβολέα, φαπ! Ω, φώτισε τα πάντα γύρω! «Να μου λείψουν τέτοια φώτα», είπα, και γύρισα πίσω. Αμέσως χάθηκε το φως. Βρε τον διάβολο, δεν ήθελε να φέξω με το τσακμάκι, για να κατεβώ! «Κρίμα δεν είναι, σου λέει, να παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώτα»! Καλοσύνη του!

-Πώς καταλάβατε, Γέροντα, ότι δεν ήταν από τον Θεό;

-Εμ, καταλαβαίνεται. Φοβερό!


ΠΗΓΗ    paterikiorthodoxia

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Πώς φεύγει η ανασφάλεια, η απελπισία, η κατάθλιψη.

Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη 

Όλα τα κακά αισθήματα, η ανασφάλεια, η απελπισία, η απογοήτευση, που πάνε να κυριεύσουν την ψυχή, φεύγουν με...
την ταπείνωση.

Αυτός που δεν έχει ταπείνωση, ο εγωιστής, δεν θέλει να του κόψεις το θέλημα, να τον θίξεις, να του κάνεις υποδείξεις. Στενοχωρείται, νευριάζει, επαναστατεί, αντιδρά, τον κυριεύει η κατάθλιψη...

Η κατάσταση αυτή θεραπεύεται με τη χάρη. Πρέπει η ψυχή να στραφεί στην αγάπη του Θεού. Η θεραπεία θα γίνει με το ν’ αγαπήσει τον Θεό με λαχτάρα.
Πολλοί άγιοί μας μετέτρεψαν την κατάθλιψη σε χαρά με την αγάπη προς τον Χριστό. Παίρνανε δηλαδή την ψυχική δύναμη, που ήθελε να τη συντρίψει ο διάβολος, και τη δίνανε στον Θεό και τη μεταβάλλανε σε χαρά και αγαλλίαση.

Η προσευχή, η λατρεία του Θεού μεταβάλλει σιγά σιγά την κατάθλιψη και τη γυρίζει σε χαρά, διότι επιδρά η χάρις του Θεού. Εδώ χρειάζεται να έχεις τη δύναμη, ώστε ν’ αποσπάσεις τη χάρη του Θεού, που θα σε βοηθάει να ενωθείς μαζί του. Χρειάζεται τέχνη.


Όταν δοθείς στον Θεό και γίνεις ένα μαζί του, θα ξεχάσεις το κακό πνεύμα, που σε τραβούσε από πίσω, κι εκείνο έτσι περιφρονημένο θα φύγει. Στη συνέχεια, όσο θ’ αφοσιώνεσαι στο Πνεύμα του Θεού, τόσο δεν θα κοιτάζεις πίσω σου, για να δεις αυτόν που σε τραβάει.

Όταν σε ελκύσει η χάρις, ενώνεσαι με τον Θεό. Κι όταν ενωθείς με τον Θεό και δοθείς σ’ Εκείνον, πάνε όλα τ’ άλλα, τα ξεχνάς και σώζεσαι. Η μεγάλη τέχνη, λοιπόν, το μεγάλο μυστικό, για ν’ απαλλαγείς απ’ την κατάθλιψη και όλα τ’ αρνητικά, είναι να δοθείς στην αγάπη του Θεού.

Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ’ αυτά, βγάζουν τον άνθρωπο απ’ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα.

Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνουν πολύ καλό. Σ’ εκείνο, όμως, που δίνω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.

Να σας διηγηθώ για μια κοπέλα, που ήλθε σ’ εμένανε τον ταπεινό. Έπασχε από φοβερή κατάθλιψη. Δεν κατάφερε κάτι με τα φάρμακα. Παράτησε τα πάντα, τη δουλειά της, το σπίτι της, τις απασχολήσεις της. Κι εγώ της είπα αυτά που ξέρω.
Της είπα για την αγάπη του Χριστού, που αιχμαλωτίζει την ψυχή, διότι η χάρις του Θεού γεμίζει την ψυχή και την αλλάζει. Της εξήγησα ότι είναι δαιμονική αυτή η δύναμη που καταλαμβάνει την ψυχή και μεταβάλλει την ψυχική δύναμη σε κατάθλιψη, τη ρίχνει κάτω, τη βασανίζει και την αχρηστεύει. Την συμβούλευσα ν’ ασχολείται με διάφορες απασχολήσεις, όπως, για παράδειγμα, με τη μουσική που της άρεσε πρώτα κ.λπ.
Τόνισα, όμως, περισσότερο τη στροφή και την αγάπη της προς τον Χριστό. Της είπα ακόμη ότι μέσα στην Εκκλησία μας υπάρχει θεραπεία με την αγάπη προς τον Θεό και την προσευχή, αλλά που θα γίνεται με λαχτάρα.

Αυτό είναι το μυστικό της θεραπείας. Αυτά δέχεται η Εκκλησία μας.

http://www.diakonima.gr/2014/07/14

«Ό,τι λογής έργα σπείρει ο άνθρωπος, τέτοια και θα θερίσει»

 Κάποτε ο άρχοντας του τόπου επισκέφθηκε τον αββά Παλλάδιο, γιατί ήθελε να τον δει. Είχε ακούσει βέβαια τα σχετικά μ' αυτόν. και είχε πάρει μαζί του και έναν στενογράφο, στον οποίο έδωσε την εξής εντολή: «Εγώ τώρα μπαίνω να δω τον αββά, εσύ λοιπόν όσα θα μου πει, να τα γράψεις με ακρίβεια».

 Μπαίνει μέσα ο άρχοντας και λέει στον Γέροντα: «Προσευχήσου για μένα, αββά, γιατί έχω πολλές αμαρτίες»«Μόνο ο Ιησούς Χριστός είναι αναμάρτητος» αποκρίνεται ο Γέροντας. Τον ρωτά ο άρχοντας: «Άραγε, αββά, θα τιμωρηθούμε για κάθε αμαρτία;» Κι απαντά ο Γέροντας: «Γράφει στην αγία Γραφή: Εσύ θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του». «Εξήγησέ μου τον λόγο αυτόν» παρακαλεί ο άρχοντας. «Το νόημά του είναι ολοφάνερο» αποκρίνεται ο Γέροντας, «αλλ' όμως άκουσε και λεπτομερώς. Στενοχώρησες τον πλησίον; Περίμενε από κάποιον να πάθεις το ίδιο. Άρπαξες από τους κατωτέρους σου, γρονθοκόπησες φτωχό, ήσουν προσωπολήπτης σε δικαστήριο, ντρόπιασες, κακολόγησες, συκοφάντησες, είπες ψέματα εναντίον κάποιου, επιβουλεύθηκες την οικογενειακή τιμή των άλλων, ορκίστηκες ψευδόμενος, μετέθεσες όρια πατρικών χωραφιών, πρόσβαλες κτήματα ορφανών, καταστενοχώρησες χήρες, προτίμησες την εδώ πρόσκαιρη ηδονή από τα μελλοντικά αγαθά; Περίμενε την ανταπόδοση αυτών. Γιατί ό,τι λογής έργα σπείρει ο άνθρωπος, τέτοια και θα θερίσει. Και βέβαια εάν έχεις κάνει και κάποια καλά έργα, να περιμένεις να σου ανταποδοθούν κι αυτά πολλαπλάσια, γιατί "Εσύ (ο Θεός) θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του". Έχοντας στον νου σου, σ' όλη τη διάρκεια της ζωής σου, αυτή την τελική απόφαση, θα μπορέσεις να αποφύγεις τα περισσότερα αμαρτήματα».

«Και τί πρέπει να κάνω, αββά;» ρωτάει ο άρχοντας. «Να συλλογιέσαι -του απαντά ο Γέροντας- τα αιώνια, τα ατελεύτητα, τα συνεχόμενα.... Εκεί είναι χώρα ζώντων που δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν εξαιτίας της αμαρτίας, αλλά ζουν την αληθινή ζωή ενωμένοι με τον Χριστό».

 Στέναξε τότε ο άρχοντας και είπε: «Πράγματι, αββά, έτσι είναι όπως τα είπες». και ξεκίνησε να επιστρέψει στο σπίτι του ευχαριστώντας τον Θεό για τη μεγάλη ωφέλεια που πήρε.
* * *
* Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος θα μας πει: «Με τη μετάνοια γίνεται το πλύσιμο του μολυσμού των αισχρών πράξεων. Μετά δε από αυτήν, ακολουθεί η μετοχή του Αγίου Πνεύματος, όχι απλά, αλλά ανάλογα με την πίστη και την διάθεση και την ταπείνωση εκείνων που μετανοούν από όλη τους την ψυχή...»

«Γι' αυτό ο Θεός, επειδή είναι φιλάνθρωπος και οικτίρμων και επειδή θέλει τη σωτηρία μας, τοποθέτησε ανάμεσα σε μας και σ' Εκείνον την εξομολόγηση και τη μετάνοια και έδωσε την εξουσία σε καθένα που θέλει, να ανακαλέσει τον εαυτόν του από την πτώση του και με αυτήν να ξαναμπεί στην προ της πτώσεως κατάσταση και να αποκτήσει οικειότητα με τον Θεό και να βρεθεί μέσα στη δόξα του και στην παρρησία προς αυτόν. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και να γίνει πάλι κληρονόμος όλων των αγαθών που μας υποσχέθηκε ή και μεγαλυτέρων ακόμα, εάν θελήσει να επιδείξει θερμή μετάνοια. Γιατί, ανάλογα με τη μετάνοια, θα βρει και την ανάλογη παρρησία και οικειότητα προς τον Θεό κάθε άνθρωπος...».

"Για την ΜΕΤΑΝΟΙΑ,
την μοναδική λύση στα αδιέξοδά μας"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

http://www.impantokratoros.gr/4497D96A.el.aspx
http://paterikos.blogspot.gr/

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Η πίστη στον Χριστό δεν είναι θεώρημα, αλλά ζωή που χαρακτηρίζεται από τις ανάλογες πράξεις

10459876_719405924785415_3814225778055363607_n

Η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η χρηστότης, η αγαθωσύνη, η πίστις, η πραότης, η εγκράτεια (Γαλ. ε, 22-23) και “όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά…ει τις αρετή και ει τις έπαινος” (Φιλ.δ,8) είναι τα πολύτιμα δομικά υλικά , με τα οποία οικοδομείται το οικοδόμημα της χριστιανικής ζωής. Ο απόστολος Παύλος παραινεί σε μία ορθή και πνευματική ζωή, καλώντας μας να οικοδομήσουμε επί της πέτρας του Χριστού, επί του θεμελίου δηλαδή που ο ίδιος, με τη χάρη του Θεού έβαλε. Η εποικοδόμηση δεν είναι τίποτε άλλο από τα ορθά και κατά Θεόν έργα.
Ας κοιτάξει, λοιπόν, ο κάθε ένας πως και με ποιό τρόπο οικοδομεί στο ασάλευτο θεμέλιο του Χριστού˙ ενώ έχει την ορθή πίστη και αυτόν τον ίδιο τον Χριστό, ας μη λησμονεί να κάνει αγαθά, σωστά και πνευματικά έργα. Η πίστη στον Χριστό δεν είναι θεώρημα, αλλά ζωή που χαρακτηρίζεται από τις ανάλογες πράξεις. Ο πόνος, η θλίψη, οι δυσκολίες και ο θάνατος, θερμομετρούν την πίστη μας. Η υπομονή στον πόνο, η καρτερία στη θλίψη, η μακροθυμία στις δυσκολίες, η υπέρβαση του θανάτου, εγγυώνται τη γνησιότητα της πίστεως και των έργων μας, και εξασφαλίζουν τη σωτηρία μας. Τέλος δε η αυτομεμψία και η μετάνοια ενεργούν συντελεστικά στην σωστική αντιμετώπιση των ποικίλων δοκιμίων, τα οποία η αγάπη του Θεού επιτρέπει και χρησιμοποιεί προκειμένου όλοι να σωθούμε.
Αμήν